Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Αλβανία

Αλβανία

Αλβανία

Η ΑΛΒΑΝΙΑ είναι μικρή χώρα με πλούσια, πολυσύνθετη ιστορία. Έχουν περάσει από το έδαφός της διάφορες φυλές και έθνη, έχει δεχτεί πλήγματα από παγκόσμιες δυνάμεις και έχει υποστεί δεκαετίες απόλυτης απομόνωσης. Μολονότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εδώ έχουν αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες και αντιξοότητες, ο Ιεχωβά Θεός τούς έχει ενισχύσει και ευλογήσει με θαυμάσια πνευματική ευημερία. Οι επόμενες σελίδες αφηγούνται συνοπτικά τη συναρπαστική τους ιστορία και δείχνουν πώς «το χέρι του Ιεχωβά» έχει στηρίξει τους ταπεινούς του υπηρέτες σε αυτή τη χώρα.​—Πράξ. 11:21.

Επί αιώνες, οι ξένες δυνάμεις ανταγωνίζονταν για να έχουν υπό τον έλεγχό τους την Αλβανία, και αυτός ο ανταγωνισμός προκάλεσε θρησκευτικές συγκρούσεις. Στις αρχές του 16ου αιώνα, η περιοχή ήταν θρησκευτικά διαιρεμένη, καθώς κάποιοι ισχυρίζονταν ότι είναι Μουσουλμάνοι, άλλοι Ορθόδοξοι και άλλοι Καθολικοί.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, σημειώθηκε έξαρση του αλβανικού εθνικισμού και σχηματίστηκαν πολλές πατριωτικές οργανώσεις. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Αλβανίας ήταν χωρικοί, και πολλοί χρέωναν τη φτώχεια τους στις πολυετείς παρεμβάσεις των ξένων. Γύρω στο 1900, η αυτονομία και η ανεξαρτησία ήταν φλέγοντα ζητήματα τα οποία πυροδότησαν πολέμους με την Ελλάδα, τη Σερβία και την Τουρκία. Τελικά, το 1912, η Αλβανία ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος.

Αργότερα, η κυβερνητική πολιτική ουσιαστικά εξάλειψε τις δραστηριότητες της οργανωμένης θρησκείας. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι κομμουνιστικές αρχές κατάργησαν κάθε θρησκεία και ανακήρυξαν την Αλβανία το πρώτο αθεϊστικό κράτος στον κόσμο.

“ΕΝΣΤΕΡΝΙΖΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΕ ΧΑΡΑ”

Πριν από το 56 Κ.Χ., ο απόστολος Παύλος ανέφερε ότι ο ίδιος και οι σύντροφοί του είχαν κηρύξει πλήρως τα καλά νέα «μέχρι το Ιλλυρικό», μια ρωμαϊκή επαρχία που περιλάμβανε μέρος της σημερινής Αλβανίας. (Ρωμ. 15:19) Κατά πάσα πιθανότητα ορισμένοι κάτοικοι της περιοχής έγιναν τότε αληθινοί Χριστιανοί, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την ιστορία, η Χριστιανοσύνη ρίζωσε στην Αλβανία τον πρώτο αιώνα.

Η πρώτη σύγχρονη μνεία για την αληθινή λατρεία σε αυτή την ευρύτερη περιοχή ανάγεται στο 1921, όταν ο Ιωάννης Μποσδογιάννης έγραψε στο Μπέθελ του Μπρούκλιν από την Κρήτη ότι θα επισκεπτόταν την «τάξη» μελέτης της Αγίας Γραφής στα Ιωάννινα. Περίπου την ίδια εποχή, πολλά άτομα από την Αλβανία εγκαταστάθηκαν στη Νέα Αγγλία των Ηνωμένων Πολιτειών, μεταξύ των οποίων ήταν ο Θανάσης Ιδρίζης (Νάσο Ιντρίζι) και ο Κώστας Μίτσελ. Όταν αυτοί οι δύο έμαθαν την αλήθεια, βαφτίστηκαν αμέσως. Ο αδελφός Ιδρίζης γύρισε στο Αργυρόκαστρο το 1922​—ήταν ο πρώτος ντόπιος που επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του με τη Γραφική αλήθεια. Ο Ιεχωβά ευλόγησε το αυτοθυσιαστικό του πνεύμα και ο κόσμος άρχισε να ανταποκρίνεται. Σύντομα και άλλοι Αλβανοί οι οποίοι ζούσαν στην Αμερική και είχαν γνωρίσει την αλήθεια ακολούθησαν το παράδειγμά του και επέστρεψαν στην Αλβανία. Στο μεταξύ, ο Κώστας Μίτσελ συνέχισε να κηρύττει στον αλβανόφωνο αγρό της Βοστόνης, στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ.

Ο Σωκράτης και ο Θανάσης Δούλης γεννήθηκαν στην Αλβανία αλλά, όταν ήταν ακόμη παιδιά, οδηγήθηκαν στην Τουρκία. Ο Σωκράτης επέστρεψε στην Αλβανία το 1922. Το επόμενο έτος, επέστρεψε και ο 14χρονος Θανάσης, αναζητώντας τον αδελφό του. “Όταν έφτασα στο παλιό μας σπίτι”, έγραψε, “δεν βρήκα αμέσως τον αδελφό μου, διότι εργαζόταν σε απόσταση 200 και πλέον χιλιομέτρων. Αλλά βρήκα τη Σκοπιά, την Αγία Γραφή, τους εφτά τόμους των Γραφικών Μελετών, καθώς και άλλα φυλλάδια με Γραφικά θέματα. Προφανώς, ακόμη και στη μακρινή εκείνη ορεινή περιφέρεια, υπήρχαν δραστήριοι Σπουδαστές της Γραφής που ζούσαν άλλοτε στην Αμερική και είχαν φέρει μαζί τους τα όσα ήξεραν από τη Γραφή και την αγάπη για αυτήν”. Όταν οι δυο τους τελικά συναντήθηκαν, ο Σωκράτης​—ο οποίος ήταν πλέον βαφτισμένος Σπουδαστής της Γραφής—​δίδαξε πρόθυμα την αλήθεια στον αδελφό του, τον Θανάση.

Το 1924, ανατέθηκε στο γραφείο της Ρουμανίας να επιβλέπει τον αγρό της Αλβανίας, ο οποίος είχε ανοίξει πρόσφατα. Παρότι το έργο μαρτυρίας ήταν ακόμη περιορισμένο, Η Σκοπιά 1 Δεκεμβρίου 1925 (15 Δεκεμβρίου 1925, στην ελληνική) ανέφερε: “Το βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού, καθώς και τα βιβλιάρια Η Επιθυμητή Κυβέρνησις και Η Δυσφορία του Κόσμου μεταφράστηκαν και τυπώθηκαν στη γλώσσα της χώρας, και σημαντικός αριθμός από αυτά διατέθηκε στα χέρια του λαού. Οι Αλβανοί ενστερνίζονται την αλήθεια με πολλή χαρά”.

Εκείνο το διάστημα, η Αλβανία σπαρασσόταν από πολιτικές διαμάχες. Τι συνέβαινε όμως με τους υπηρέτες του Ιεχωβά; “Το 1925 υπήρχαν τρεις οργανωμένες εκκλησίες στην Αλβανία, καθώς και μεμονωμένοι Σπουδαστές της Γραφής”, έγραψε ο Θανάσης. Επισήμανε επίσης ότι η αγάπη που είχαν μεταξύ τους βρισκόταν σε μεγάλη αντίθεση με τους διαπληκτισμούς, τον εγωισμό και τον ανταγωνισμό των ανθρώπων του περιβάλλοντός τους. Ενώ πολλοί Αλβανοί εγκατέλειπαν τη χώρα, άλλοι που είχαν μάθει την αλήθεια επέστρεφαν, με τη λαχτάρα να διδάξουν στους συγγενείς τους σχετικά με τη νεοϊδρυθείσα Βασιλεία του Χριστού.

Στο μεταξύ, πίσω στη Βοστόνη, τα πρωινά της Κυριακής εκφωνούνταν δημόσιες ομιλίες στην αλβανική, σε ακροατήρια των 60 περίπου ατόμων. Οι παρευρισκόμενοι ήταν σοβαροί σπουδαστές στους οποίους άρεσε να εντρυφούν στους τόμους των Γραφικών Μελετών. Επίσης μελετούσαν επισταμένα το βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού, παρά το γεγονός ότι είχε κάποια μεταφραστικά λάθη. Εντούτοις, αυτό το βιβλίο βοήθησε πολλούς Αλβανούς να μάθουν τη Γραφική αλήθεια και να οικοδομήσουν ισχυρή πίστη.

«ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΕΝΟΧΛΕΙΤΕ!»

Το 1926, Η Σκοπιά ανέφερε ότι 13 άτομα είχαν παρακολουθήσει την Ανάμνηση του θανάτου του Χριστού στην Αλβανία. «Υπάρχουν μόνο δεκαπέντε περίπου καθιερωμένοι αδελφοί στην Αλβανία», έγραφε το Βιβλίο Έτους 1927, «και κάνουν το καλύτερο για να διαδώσουν το άγγελμα της βασιλείας». Το Βιβλίο Έτους δήλωνε: «Στην Αμερική υπάρχουν περίπου τριάντα καθιερωμένοι Αλβανοί αδελφοί, οι οποίοι αδημονούν να βοηθήσουν τους συμπατριώτες τους να γνωρίσουν την Αλήθεια». Οι 15 αδελφοί στην Αλβανία χάρηκαν που είχαν 27 παρόντες στην Ανάμνηση του 1927​—υπερδιπλάσιους από όσους είχαν παρευρεθεί το προηγούμενο έτος.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, υπήρχαν ακόμη πολλές πολιτικές αναταραχές στην Αλβανία. Μια κυβέρνηση της οποίας ηγείτο ο Φαν Νόλι, ένας Ορθόδοξος επίσκοπος, κατέλαβε για σύντομο διάστημα την εξουσία, αλλά ανατράπηκε από τον Πρόεδρο Αχμέτ Μπέι Ζόγου. Αυτός ανακήρυξε την Αλβανία βασίλειο όπου ο ίδιος, φέροντας τον τίτλο Βασιλιάς Ζογ Α΄, έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις.

Το 1928, ο Λάζαρ Νάσον, ο Πέτρος Σταύρου και δύο άλλοι αδελφοί ταξίδεψαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Αλβανία για να προβάλουν το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας». Την ίδια εποχή βρίσκονταν επίσης στην Αλβανία ένας Καθολικός και ένας Ορθόδοξος ιερέας από τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να επισκεφτούν τον Βασιλιά Ζογ Α΄.

«Προσοχή!» προειδοποίησε ο Καθολικός ιερέας τον Ζογ. «Έχουν έρθει κάποιοι από την Αμερική για να σας δημιουργήσουν προβλήματα».

Εντούτοις, ο Ορθόδοξος ιερέας διαφώνησε. Γνώριζε τους αδελφούς, επειδή πρόσφατα είχαν εγκαταλείψει τη δική του εκκλησία στη Βοστόνη. «Αν όλοι στην Αλβανία ήταν σαν αυτούς τους ανθρώπους», είπε στον Ζογ, «δεν θα χρειαζόταν να κλειδώνετε τις πόρτες του ανακτόρου σας!»

«Τότε αφήστε τους ήσυχους», απάντησε ο Ζογ, «και μην τους ενοχλείτε!»

Το ίδιο εκείνο έτος, τυπώθηκε στη Βοστόνη το υμνολόγιο Ύμνοι προς Αίνον του Ιεχωβά στην αλβανική, και έτσι οι αδελφοί στην Αλβανία έμαθαν τελικά τις μελωδίες και τους στίχους των ύμνων που περιείχε. Δύο από τους αγαπημένους τους ύμνους είχαν τους τίτλους «Ποίμνιον Μη Φοβού Μικρόν» και «Εμπρός εις το Καθήκον»​—ύμνοι που ενίσχυσαν τους αδελφούς στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν.

Γενικά οι Αλβανοί μιλούν χωρίς περιστροφές, και τους αρέσουν οι καθαρές κουβέντες. Αυτό που άλλοι θα θεωρούσαν έντονη συζήτηση είναι συνήθως για τους Αλβανούς φυσιολογική, ζωηρή επικοινωνία. Όταν οι Αλβανοί έχουν ισχυρή άποψη για ένα συγκεκριμένο ζήτημα, όχι μόνο δεν διστάζουν να την εκφράσουν, αλλά συνήθως μιλούν και ενεργούν αποφασιστικά σε αρμονία με αυτήν. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά έχουν επηρεάσει αναμφισβήτητα την ανταπόκρισή τους στα καλά νέα.

ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΑΠΟΦΕΡΟΥΝ ΘΕΤΙΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Εξαιτίας των αυξανόμενων πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων, και άλλοι Αλβανοί εγκατέλειψαν τη χώρα, κάποιοι δε από αυτούς γνώρισαν την αλήθεια στη Νέα Αγγλία και στη Νέα Υόρκη. Οπουδήποτε υπήρχαν αλβανικές κοινότητες, η αλήθεια άνθιζε. Οι αδελφοί, που ήθελαν όλο και περισσότερα έντυπα, χάρηκαν όταν έλαβαν τα βιβλιάρια Βασιλεία και Η Κρίσις στην αλβανική.

Τον ίδιο καιρό, οι αρχές στην Αλβανία είχαν προχωρήσει σε κατάσχεση κάποιων εντύπων μας. Εντούτοις, το 1934, το Δελτίο (Bulletin [τώρα Η Διακονία Μας της Βασιλείας]) ανέφερε από την Αλβανία: «Με μεγάλη χαρά σάς γράφουμε ότι μόλις εκδόθηκε διαταγή από τον Υπουργό Δικαιοσύνης προς όλες τις επαρχίες, σύμφωνα με την οποία όλα τα έντυπά μας θα κυκλοφορούν στο εξής ελεύθερα . . . Όλα τα βιβλία και τα βιβλιάρια που κατασχέθηκαν από διάφορους νομάρχες επιστράφηκαν στους αδελφούς . . . Τώρα εφτά αδελφοί έχουν νοικιάσει ένα αυτοκίνητο [και] επισκέπτονται τις απομακρυσμένες πόλεις για να διανείμουν βιβλία, ενώ οι υπόλοιποι κηρύττουν σε κοντινά μέρη». Ως αποτέλεσμα, το 1935 και το 1936, οι αδελφοί έδωσαν πάνω από 6.500 έντυπα!

«ΙΣΩΣ Η ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ»

«Πρόκειται να λάβει χώρα ίσως η ευρύτερη ραδιοτηλεφωνική μετάδοση στην ιστορία», ανήγγειλε η βρετανική εφημερίδα Λιντς Μέρκιουρι (Leeds Mercury) στις αρχές του 1936. «Αφορμή θα είναι μια ομιλία που θα εκφωνήσει στο Λος Άντζελες ο Δικαστής Ρόδερφορντ, ο ευαγγελιστής». Ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ, ο οποίος είχε τότε την επίβλεψη του έργου των Μαρτύρων του Ιεχωβά, επρόκειτο να εκφωνήσει μια διάλεξη που θα μεταδιδόταν ραδιοτηλεφωνικά σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Μεγάλη Βρετανία, και θα αναμεταδιδόταν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. «Υπάρχει μόνο μία ευρωπαϊκή χώρα στην οποία αποκλείεται να ακουστεί η ομιλία», κατέληγε το άρθρο της Μέρκιουρι. «Η χώρα αυτή είναι η Αλβανία, η οποία δεν διαθέτει τηλεφωνικό δίκτυο».

Εντούτοις, λίγες εβδομάδες μετά τη διάλεξη, ο Νικόλας Χρήστου, από την αλβανική εκκλησία της Βοστόνης, έγραψε τα εξής στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία: «Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι, όπως πληροφορηθήκαμε πρόσφατα από την Αλβανία, η ομιλία του Δικαστή Ρόδερφορντ με τίτλο “Χωρισμός των Εθνών” ακούστηκε εκεί, πράγμα που σημαίνει ότι προστίθεται άλλη μια χώρα στον ήδη μακρύ κατάλογο των χωρών που την άκουσαν. Το σήμα εντοπίστηκε σε δύο διαφορετικά μέρη . . . , προφανώς στα βραχέα κύματα του ραδιοφώνου. . . . Οι αδελφοί συγκινήθηκαν βαθύτατα στο άκουσμα της φωνής του Δικαστή Ρόδερφορντ».

Πώς διεξήγαν οι Αλβανοί ευαγγελιζόμενοι τις συναθροίσεις τους προτού αρχίσει να εκδίδεται Η Σκοπιά στην αλβανική; Τα περισσότερα άτομα που είχαν γνωρίσει την αλήθεια στην Αλβανία είχαν φοιτήσει σε ελληνικά σχολεία στο νότο της χώρας. Έτσι λοιπόν, μπορούσαν άνετα να μελετούν την ελληνική Σκοπιά. Άλλοι μελετούσαν την ιταλική ή τη γαλλική. Ενώ οι συναθροίσεις διεξάγονταν στην αλβανική, οι αδελφοί χρησιμοποιούσαν ξενόγλωσσα έντυπα από τα οποία και μετέφραζαν.

Και στη Βοστόνη, επίσης, η αλβανική Μελέτη Σκοπιάς κάθε Δευτέρα βράδυ διεξαγόταν με την ελληνική έκδοση του περιοδικού. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί αδελφοί δίδαξαν καλά τα παιδιά τους και, ύστερα από χρόνια, οι γιοι και οι κόρες τους, τα ανίψια, τα εγγόνια και τα δισέγγονά τους έγιναν ολοχρόνιοι υπηρέτες. Μάλιστα, οι Αλβανοί αδελφοί έγιναν τόσο γνωστοί για τη μαρτυρία που έδιναν με ζήλο, ώστε άρχισαν να τους αποκαλούν ουνγκιλόρ, δηλαδή «ευαγγελιστές».

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΕ ΥΨΗΛΑ ΙΣΤΑΜΕΝΟΥΣ

Το 1938, έναν χρόνο προτού ανατραπεί η μοναρχία του Βασιλιά Ζογ, δύο αδελφές του ταξίδεψαν στη Βοστόνη. Το Δεκέμβριο, το περιοδικό Παρηγορία (τώρα Ξύπνα!) ανέφερε: «Όταν οι πριγκίπισσες από την Αλβανία ήρθαν στη Βοστόνη, δύο άτομα από την τοπική αλβανόφωνη ομάδα των Μαρτύρων του Ιεχωβά τις επισκεφτήκαμε στο ξενοδοχείο τους και τους παρουσιάσαμε το άγγελμα της βασιλείας του Θεού. Μας δέχτηκαν πολύ ευγενικά».

Τα δύο αυτά άτομα, ο Νικόλας Χρήστου και η αδελφή του, η Λίνα, δεν συναντήθηκαν μόνο με τις πριγκίπισσες, αλλά και με πέντε άλλους επισήμους, μεταξύ των οποίων ήταν και ο τότε Αλβανός πρέσβης στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Φαΐκ Κονίτσα. Πριν από τη συνάντηση, διαβάστηκε σε αυτούς μια κάρτα μαρτυρίας στην αλβανική, η οποία εξηγούσε πόσο διαδεδομένο ήταν το κήρυγμα της αλήθειας μεταξύ των Αλβανών. «Σας πληροφορούμε με χαρά», δήλωνε εν μέρει, «ότι αυτό το άγγελμα διακηρύττεται επίσης εδώ και πολλά χρόνια στην Αλβανία και ότι έχουν δοθεί δεκάδες χιλιάδες βιβλία στα χέρια των αξιωματούχων και του λαού της Αλβανίας προς διαφώτιση και παρηγοριά τους».

Ο πρέσβης Κονίτσα είπε στις πριγκίπισσες: «Επιθυμούν να χρησιμοποιήσετε την επιρροή σας προκειμένου να γίνεται ανεμπόδιστα το κήρυγμά τους στην Αλβανία. Η θρησκεία τους είναι “καινούργια”, και πιστεύουν ότι ο κόσμος [η παρούσα παγκόσμια οργάνωση] θα τερματιστεί σύντομα, και έπειτα από αυτό θα βασιλεύει ο Χριστός, ενώ θα αναστηθούν ακόμη και οι νεκροί».

Πώς γνώριζε τόσο πολλά ο κύριος Κονίτσα σχετικά με το άγγελμα της Βασιλείας; Το περιοδικό Παρηγορία εξηγούσε ότι αυτό συνέβη «επειδή ένας μάρτυρας, προτού . . . έρθει στην αλήθεια πριν από πολλά χρόνια, τον ήξερε καλά . . . και του είχε μιλήσει σε αρκετές περιπτώσεις για την αλήθεια».

Ο Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΕΡΝΕΙ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

Τη δεκαετία του 1930, η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία, ο δε Βασιλιάς Ζογ και η οικογένειά του εγκατέλειψαν τη χώρα το 1939. Ο ιταλικός φασιστικός στρατός εισβολής απαγόρευσε τα έντυπά μας και κήρυξε το έργο που έκαναν οι 50 ευαγγελιζόμενοι παράνομο. Το καλοκαίρι του 1940 κατασχέθηκαν περίπου 15.000 έντυπα. Στις 6 Αυγούστου, οι Φασίστες συνέλαβαν στην Κλεισούρα εννέα αδελφούς και τους έκλεισαν σε ένα κελί με διαστάσεις 2 επί 4 μέτρα. Αργότερα τους μετέφεραν σε μια φυλακή στα Τίρανα. Οι αδελφοί κρατούνταν υπόδικοι επί οχτώ μήνες, και κατόπιν καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης που κυμαίνονταν από δέκα μήνες ως δυόμισι χρόνια.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι κρατούμενοι έπρεπε να προμηθεύονται φαγητό από τις οικογένειές τους. Αλλά, στην προκειμένη περίπτωση, εκείνοι που συνήθως εξοικονομούσαν τα προς το ζην για την οικογένεια βρίσκονταν στη φυλακή. Πώς θα προμηθεύονταν τα αναγκαία;

«Μας έδιναν 800 γραμμάρια ξερό ψωμί, 3 κιλά κάρβουνο και μια πλάκα σαπούνι κάθε 15 μέρες», θυμάται ο Νάσο Ντόρι. «Ο Γιάννης Κομίνος και εγώ είχαμε όσα χρήματα χρειάζονταν για ένα κιλό φασόλια. Χρησιμοποιήσαμε το κάρβουνο για να βράσουμε τα φασόλια, τα οποία στη συνέχεια οι άλλοι κρατούμενοι θέλησαν να αγοράσουν πληρώνοντας για την κάθε κουταλιά. Πολύ σύντομα ετοιμάζαμε πέντε μεγάλες κατσαρόλες φασόλια. Τελικά μαζέψαμε αρκετά χρήματα για να αγοράσουμε λίγο κρέας».

Το χειμώνα του 1940/1941, ελληνικά στρατεύματα πέρασαν στην Αλβανία και στρατολόγησαν άντρες. Σε κάποιο χωριό, όταν ένας αδελφός αρνήθηκε να καταταχθεί, λέγοντας πως ήταν ουδέτερος, οι στρατιώτες τον έσυραν από τα μαλλιά και τον ξυλοκόπησαν μέχρι που λιποθύμησε.

«Συνεχίζεις να μην υπακούς;» ρώτησε απότομα ο επικεφαλής αξιωματικός όταν ο αδελφός συνήλθε.

«Συνεχίζω να είμαι ουδέτερος!» είπε ο αδελφός.

Εκνευρισμένοι, οι στρατιώτες τον άφησαν να φύγει.

Αρκετές μέρες αργότερα, ο αξιωματικός πήγε στο σπίτι του αδελφού που είχε βασανίσει και τον επαίνεσε για το θάρρος του. «Πριν από λίγες μέρες, σκότωσα 12 Ιταλούς και μου έδωσαν παράσημο», είπε. «Εγώ, όμως, έχω ένοχη συνείδηση, και ντρέπομαι να το φοράω. Το βάζω στην τσέπη μου επειδή δείχνει ότι έχω κάνει εγκλήματα».

ΝΕΟΙ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΕΣ​—ΟΙ ΙΔΙΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

Μέσα στις μάχες και στον αναβρασμό του πολέμου, το Αλβανικό Κομμουνιστικό Κόμμα εδραιωνόταν αθόρυβα ολοένα και περισσότερο, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλλαν οι φασιστικές δυνάμεις να κρατήσουν τον έλεγχο. Το 1943, στρατιώτες που μάχονταν εναντίων των κομμουνιστών έπιασαν έναν αδελφό, τον έριξαν μέσα σε κάποιο φορτηγό και τον πήγαν στο μέτωπο, όπου του έδωσαν ένα τουφέκι. Εκείνος αρνήθηκε να το πάρει.

«Είσαι κομμουνιστής!» ούρλιαξε ο διοικητής. «Αν ήσουν Χριστιανός, θα πολεμούσες, όπως πολεμούν και οι ιερείς!»

Ο διοικητής διέταξε τους στρατιώτες να εκτελέσουν τον αδελφό. Τη στιγμή που το απόσπασμα ετοιμαζόταν να ανοίξει πυρ, πέρασε από εκεί ένας άλλος αξιωματικός και ρώτησε τι συνέβαινε. Όταν έμαθε για την ουδέτερη στάση του αδελφού, έδωσε διαταγή να μην πυροβολήσουν, και ο αδελφός αφέθηκε ελεύθερος.

Το Σεπτέμβριο του 1943, αποσύρθηκαν οι φασίστες και εισέβαλαν τα γερμανικά στρατεύματα, σκοτώνοντας μέσα σε μια νύχτα 84 ανθρώπους στα Τίρανα. Εκατοντάδες στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στο μεταξύ, οι αδελφοί δακτυλογραφούσαν μηνύματα ελπίδας και ενθάρρυνσης από τη Γραφή. Αφού κάποιος διάβαζε το δακτυλογραφημένο μήνυμα, του ζητούσαν να το επιστρέψει ώστε να το προσφέρουν σε κάποιον άλλον. Παράλληλα, χρησιμοποιώντας τα λίγα βιβλιάρια που είχαν κρυμμένα, απλώς συνέχιζαν το κήρυγμα. Κήρυτταν έχοντας στη διάθεσή τους μόνο κάποια τμήματα της Γραφής, και δεν απέκτησαν πλήρη μετάφρασή της παρά μόνο στα μέσα της δεκαετίας του 1990.

Δεκαπέντε αδελφοί είχαν εκτίσει ποινές φυλάκισης μέχρι το 1945. Δύο από αυτούς είχαν σταλεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου ο ένας βασανίστηκε μέχρι θανάτου. Η ειρωνεία είναι ότι, ενώ οι αδελφοί στην Αλβανία διώκονταν επειδή δεν κατατάσσονταν στις δυνάμεις του Άξονα, μερικοί Αλβανοί αδελφοί στις Ηνωμένες Πολιτείες φυλακίστηκαν επειδή δεν πολεμούσαν εναντίον των δυνάμεων του Άξονα.

Ενώ ο πόλεμος μαινόταν στην Αλβανία, τα έντυπα που είχαν κατασχεθεί ήταν αποθηκευμένα σε ένα κτίριο του τελωνείου. Στη διάρκεια μιας σκληρής μάχης που διεξαγόταν εκεί κοντά, το κτίριο κατέρρευσε, και πολλά από τα έντυπά μας σκορπίστηκαν στο δρόμο. Στη συνέχεια, οι περαστικοί άρχισαν από περιέργεια να παίρνουν από κάτω βιβλία και βιβλιάρια και να τα διαβάζουν! Οι αδελφοί, χωρίς να χάσουν χρόνο, μάζεψαν τα υπόλοιπα έντυπα.

Το 1944, οι γερμανικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από την Αλβανία, και ο κομμουνιστικός στρατός σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση. Αμέσως, οι αδελφοί ζήτησαν άδεια ανατύπωσης κάποιων βιβλιαρίων, αλλά το αίτημά τους δεν έγινε δεκτό. «Η Σκοπιά επιτίθεται στον κλήρο», είπαν στους αδελφούς, «και εμείς στην Αλβανία εξακολουθούμε να σεβόμαστε τον κλήρο».

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΑΛΛΑ Ο ΔΙΩΓΜΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Η νέα κομμουνιστική κυβέρνηση επέβαλε βαριά φορολογία και δήμευσε περιουσίες, εργοστάσια, επιχειρήσεις, καταστήματα και κινηματογράφους. Απαγορεύτηκε η αγορά, πώληση ή ενοικίαση γης, και όλη η παραγωγή έπρεπε να παραδίδεται στο Κράτος. Στις 11 Ιανουαρίου 1946 η Αλβανία μετονομάστηκε σε Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας. Το κομμουνιστικό κόμμα κέρδισε τις εκλογές και σχημάτισε κυβέρνηση με αρχηγό του Κράτους τον Εμβέρ Χότζα.

Άνοιξαν περισσότερα σχολεία, και τα παιδιά διδάσκονταν ανάγνωση, μολονότι η κυβέρνηση δεν ήθελε να διαβάζει κανένας οτιδήποτε δεν προωθούσε τον κομμουνισμό. Τα έντυπά μας κατασχέθηκαν, και η κυβέρνηση δέσμευσε επίσης το μικρό απόθεμα χαρτιού και τις λίγες γραφομηχανές που είχαν οι αδελφοί.

Όποτε οι αδελφοί προσπαθούσαν να πάρουν έγκριση για να θέσουν έντυπα σε κυκλοφορία, εισέπρατταν αρνητική απάντηση και δέχονταν απειλές. Αλλά εκείνοι παρέμεναν σταθεροί. «Ο Ιεχωβά μάς έχει επιφορτίσει με την ευθύνη να πληροφορήσουμε το λαό της Αλβανίας για το θεϊκό σκοπό του», είπαν στις αρχές, «και εσείς μας το απαγορεύετε. Τώρα λοιπόν, είστε εσείς υπεύθυνοι για αυτό».

Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν στην ουσία η εξής: “Εδώ στην Αλβανία κάνουμε εμείς κουμάντο! Δεν ανεχόμαστε τη θεοκρατία, και αδιαφορούμε εντελώς για εσάς και τον Θεό σας, τον Ιεχωβά, τον οποίο δεν αναγνωρίζουμε!” Οι αδελφοί, απτόητοι, συνέχισαν να μεταδίδουν τα καλά νέα οπουδήποτε και οποτεδήποτε μπορούσαν.

Το 1946 η ψηφοφορία έγινε υποχρεωτική, και όποιος τολμούσε να απέχει θεωρούνταν εχθρός του Κράτους. Ψηφίστηκαν νόμοι οι οποίοι απαγόρευαν τις συγκεντρώσεις, και το κήρυγμα αποτελούσε κακούργημα. Πώς αντέδρασαν οι αδελφοί;

Το 1947, οι περίπου 15 αδελφοί στα Τίρανα οργάνωσαν μια εκστρατεία κηρύγματος. Αμέσως τους συνέλαβαν. Έσκισαν τις Γραφές τους και τους υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Όταν τους άφησαν ελεύθερους, τους διέταξαν να μη μετακινούνται χωρίς την έγκριση της αστυνομίας. Οι εφημερίδες χλεύαζαν τον Ιησού και τον Ιεχωβά.

Οι Αλβανοί αδελφοί της Βοστόνης το έμαθαν αυτό, και στις 22 Μαρτίου 1947 έγραψαν με σεβασμό μια δισέλιδη επιστολή στον Εμβέρ Χότζα υπέρ των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αλβανία. Εξηγούσαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν αποτελούν απειλή για την κυβέρνηση και επισήμαιναν ότι οι θρησκευτικοί εναντιούμενοι είχαν προωθήσει ψευδείς κατηγορίες, επειδή τα έντυπά μας εκθέτουν δικαίως τις αντιχριστιανικές τους συνήθειες. Η επιστολή κατέληγε: «Όταν η αλβανική αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Έθνη, με επικεφαλής τον κύριο Κάπο, πέρασε από τη Βοστόνη, εμείς τον επισκεφτήκαμε στο ξενοδοχείο του. Ο κύριος Κάπο μάς δέχτηκε με ευγένεια και ειλικρίνεια, και άκουσε το άγγελμά μας χωρίς προκατάληψη». Ο Χουσνί Κάπο ήταν επί χρόνια ένας από τους πιο υψηλόβαθμους αξιωματούχους στην Αλβανία. Παρά τη μεσολάβηση αυτή, τα προβλήματα στην Αλβανία αυξήθηκαν.

Το 1947, η Αλβανία συμμάχησε με τη Σοβιετική Ένωση και τη Γιουγκοσλαβία και ήρθε σε σύγκρουση με την Ελλάδα. Το επόμενο έτος, η Αλβανία διέκοψε τους δεσμούς της με τη Γιουγκοσλαβία και προσέγγισε περισσότερο τη Σοβιετική Ένωση. Οποιοσδήποτε δεν υποστήριζε την ιδεολογία της κυβέρνησης εξοστρακιζόταν. Η ουδέτερη στάση των αδελφών προκαλούσε μεγαλύτερη εναντίωση.

Για παράδειγμα, το 1948, έξι αδελφοί και αδελφές ήταν συγκεντρωμένοι σε ένα μικρό χωριό για την Ανάμνηση. Οι αστυνομικοί διέκοψαν βίαια τη συνάθροιση και ξυλοκόπησαν τους ευαγγελιζομένους επί ώρες προτού τους αφήσουν να φύγουν. Δυο εβδομάδες αργότερα, η αστυνομία συνέλαβε τον αδελφό που είχε εκφωνήσει την ομιλία της Ανάμνησης και τον ανάγκασε να σταθεί όρθιος επί 12 ώρες. Τα μεσάνυχτα, ο διοικητής τον ρώτησε εξαγριωμένος: «Γιατί παραβιάσατε το νόμο;»

«Δεν μπορούμε να βάζουμε το νόμο του Κράτους πάνω από το νόμο του Κυρίου!» απάντησε ο αδελφός.

Έξαλλος, ο διοικητής χαστούκισε τον αδελφό. Μετά, όταν τον είδε να γυρίζει το κεφάλι του στο πλάι, τον ρώτησε: «Τι κάνεις εκεί;»

«Σας είπα προηγουμένως ότι είμαστε Χριστιανοί», απάντησε ο αδελφός. «Ο Ιησούς μάς δίδαξε πως, όταν κάποιος σε χτυπάει στο ένα μάγουλο, πρέπει να γυρίζεις και το άλλο».

«Επειδή ο Κύριός σας δίνει αυτή την εντολή», φώναξε ο εξοργισμένος διοικητής, «εγώ δεν θα υπακούσω σε αυτόν, και δεν θα σε ξαναχτυπήσω! Εξαφανίσου από μπροστά μου!»

«ΕΓΩ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΩ ΝΑ ΚΗΡΥΤΤΩ»

Ο Σωτήρης Τσέκι ήταν πιστός Ορθόδοξος ο οποίος ζούσε στα Τίρανα. Όταν ήταν παιδί, προσβλήθηκε από φυματίωση των οστών και υπέφερε από φρικτούς πόνους στα πόδια. Στα 17 του έπασχε από τόσο βαριά κατάθλιψη ώστε αποφάσισε να αυτοκτονήσει πέφτοντας μπροστά στο τρένο. Λίγο πριν από την απόπειρα, τον επισκέφτηκε ο Λεωνίδας Πόπε, ένας συγγενής του. Ο Λεωνίδας, χωρίς να ξέρει τι σχεδίαζε να κάνει ο Σωτήρης, του είπε ότι ο Ιησούς θεράπευσε τους αρρώστους και ότι η γη θα γινόταν παράδεισος. Του έδωσε επίσης ένα αντίτυπο των Ελληνικών Γραφών, το οποίο ο Σωτήρης άρχισε να διαβάζει αμέσως.

«Αυτά που διάβασα ήταν σαν αναζωογονητικό νερό», είπε ο Σωτήρης. «Είχα βρει την αλήθεια!»

Μέσα σε λίγες μέρες, και χωρίς να έχει άλλη επικοινωνία με τον Λεωνίδα, ο Σωτήρης σκέφτηκε: “Η Γραφή λέει ότι ο Ιησούς κήρυττε. Όλοι οι απόστολοι και οι μαθητές κήρυτταν. Προφανώς, αυτό πρέπει να κάνω και εγώ”.

Έτσι λοιπόν, ο Σωτήρης άρχισε να κηρύττει. Με τις Ελληνικές Γραφές στο ένα χέρι και το δεκανίκι του στο άλλο, πήγαινε θαρραλέα από πόρτα σε πόρτα.

Εκείνα τα χρόνια, η Σιγκουρίμι, δηλαδή η Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας, ήταν υπεύθυνη για την εθνική ασφάλεια. Εφόσον οι πράκτορές της ήταν διαρκώς άγρυπνοι να εξαλείψουν οποιαδήποτε φαινομενική απειλή για τον κομμουνισμό, δεν υπήρχε περίπτωση να ξεφύγει από την προσοχή τους το κήρυγμα που έκανε με τόλμη ο Σωτήρης. Τον συνέλαβαν, τον είχαν στο κρατητήριο ώρες ολόκληρες, τον χτύπησαν και τον διέταξαν να μην κηρύττει.

Όταν ο Σωτήρης αφέθηκε ελεύθερος, επικοινώνησε με τον Λεωνίδα, ο οποίος τον πήγε στον Σπύρο Καραγιάννη, έναν γιατρό που είχε γνωρίσει την αλήθεια λίγα χρόνια νωρίτερα. Ο Σπύρος δεν παρείχε στον Σωτήρη μόνο ιατρική φροντίδα, αλλά τον βοήθησε επίσης να κατανοήσει καλύτερα την αλήθεια.

«Αν σε ξανασυλλάβουν», συμβούλεψε ο Σπύρος τον Σωτήρη, «προτού υπογράψεις οτιδήποτε, να εξετάσεις κάθε λέξη και κάθε γραμμή. Να διαγράψεις τα δικά τους λόγια. Μην αφήσεις ενδιάμεσα κενά. Διάβασε τα πάντα προσεκτικά. Βεβαιώσου ότι αυτό που υπογράφεις είναι αυτό που είπες».

Μόλις δύο μέρες αργότερα, η αστυνομία έπιασε τον Σωτήρη να κηρύττει και πάλι. Στο τμήμα, οι αστυνομικοί τον διέταξαν να υπογράψει μια δήλωση. Τη στιγμή που ήταν έτοιμος να την υπογράψει, θυμήθηκε τη συμβουλή του Σπύρου. Παρότι οι αστυνομικοί τον πίεζαν να υπογράψει γρήγορα, ο Σωτήρης διάβασε με την ησυχία του κάθε λέξη.

«Με συγχωρείτε», είπε, «δεν μπορώ να το υπογράψω αυτό. Εγώ δεν είπα τέτοια πράγματα. Αν υπογράψω αυτό το έγγραφο, θα είναι σαν να λέω ψέματα, και εγώ δεν μπορώ να πω ψέματα».

Μόλις το άκουσαν αυτό, οι αστυνομικοί έφτιαξαν ένα μαστίγιο από κάποιο σχοινί, και χτυπούσαν με αυτό τον Σωτήρη επί αρκετές ώρες. Επειδή εκείνος συνέχισε να μη συνεργάζεται, τον ανάγκασαν να κρατάει δύο σύρματα και επανειλημμένα του έκαναν φρικτά ηλεκτροσόκ.

«Όταν δεν άντεχα πια τον πόνο», αφηγήθηκε μεταγενέστερα ο Σωτήρης, «προσευχήθηκα κλαίγοντας. Ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε διάπλατα και φάνηκε ο διοικητής. Έριξε μια ματιά και γύρισε γρήγορα το κεφάλι του από την άλλη. “Σταματήστε!” διέταξε. “Απαγορεύεται να το κάνετε αυτό!”» Όλοι τους ήξεραν καλά ότι τα βασανιστήρια ήταν παράνομα. Οι αστυνομικοί σταμάτησαν να βασανίζουν τον Σωτήρη, αλλά δεν έπαψαν να τον πιέζουν να υπογράψει το έγγραφο. Ωστόσο, εκείνος αρνούνταν.

«Κέρδισες!» είπαν τελικά. Με βαριά καρδιά, έγραψαν τη δήλωση που είχε ετοιμάσει ο ίδιος ο Σωτήρης, στην οποία έδινε θαυμάσια μαρτυρία. Του έδωσαν το έγγραφο. Παρά τον ξυλοδαρμό και τα ηλεκτροσόκ που είχε υποστεί επί ώρες, ο Σωτήρης διάβασε προσεκτικά κάθε λέξη. Όταν στο τέλος μιας πρότασης ακολουθούσε κενό μέχρι την άκρη της σελίδας, εκείνος το γέμιζε τραβώντας μια γραμμή.

«Πού στο καλό τα έμαθες αυτά;» ρώτησαν οι έκπληκτοι αστυνομικοί.

«Ο Ιεχωβά με δίδαξε να μην υπογράφω ό,τι δεν είπα», απάντησε ο Σωτήρης.

«Για πες μας λοιπόν, ποιος σου το δίνει αυτό;» ρώτησε ένας αστυνομικός, προσφέροντας στον Σωτήρη λίγο ψωμί και τυρί. Ήταν ήδη 9:00 το βράδυ, και ο Σωτήρης πεινούσε σαν λύκος, αφού δεν είχε φάει τίποτα όλη μέρα. «Ο Ιεχωβά; Όχι βέβαια. Εμείς σου το δίνουμε».

«Ο Ιεχωβά προμηθεύει με πολλούς τρόπους», απάντησε ο Σωτήρης. «Απλώς μαλάκωσε τις καρδιές σας».

«Θα σε αφήσουμε να φύγεις», είπαν οι εκνευρισμένοι αστυνομικοί, «αλλά αν κηρύξεις ξανά, ξέρεις τι έχει να γίνει».

«Τότε μη με αφήσετε να φύγω, γιατί εγώ θα συνεχίσω να κηρύττω».

«Καλά θα κάνεις να μην πεις σε κανέναν τι έγινε εδώ!» διέταξε ο αστυνομικός.

«Αν με ρωτήσουν», απάντησε ο Σωτήρης, «δεν μπορώ να πω ψέματα».

«Άντε φύγε από εδώ!» φώναξε θυμωμένα ο αστυνομικός.

Ο Σωτήρης ήταν ένας από τους πολλούς που βασανίστηκαν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Όταν υπέστη αυτή τη δοκιμασία της πίστης, ήταν ακόμη αβάφτιστος.

Χρόνια ολόκληρα, η αλληλογραφία λογοκρινόταν, και μόνο ελλιπείς εκθέσεις στέλνονταν με το σταγονόμετρο από την Αλβανία. Καθώς οι μετακινήσεις και η παρακολούθηση των συναθροίσεων γίνονταν ολοένα και πιο επικίνδυνες, οι αδελφοί σε όλη τη χώρα άρχισαν να χάνουν την επαφή μεταξύ τους. Χωρίς κεντρική οργάνωση, ήταν δύσκολο να έχει κανείς σαφή εικόνα τού τι συνέβαινε. Παρ’ όλα αυτά, ο αριθμός εκείνων που ενστερνίζονταν την αλήθεια συνέχισε να αυξάνει. Το 1940, υπήρχαν 50 αδελφοί και αδελφές στην Αλβανία, ενώ το 1949 υπήρχαν 71.

ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΕΝ ΜΕΣΩ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΝΤΑΣΕΩΝ

Τη δεκαετία του 1950 όλοι οι τομείς της ζωής άρχισαν να ελέγχονται ακόμη πιο αυστηρά. Οι πολιτικές εντάσεις μεταξύ Αλβανίας και Ελλάδας κλιμακώνονταν. Οι διπλωματικές επαφές με την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ανύπαρκτες. Ακόμη και οι σχέσεις με τη Σοβιετική Ένωση ήταν τεταμένες. Η Αλβανία σιγά σιγά βυθιζόταν στην απομόνωση, όντας απροσπέλαστη από τον έξω κόσμο, ενώ όλες οι επικοινωνίες ήταν υπό στενή παρακολούθηση.

Ωστόσο, δύο αδελφοί κατάφερναν κάποιες φορές να στέλνουν επιστολές και κάρτες στους αδελφούς στην Ελβετία, οι οποίοι απαντούσαν στα γαλλικά ή στα ιταλικά, χρησιμοποιώντας κωδικοποιημένη γλώσσα. Χάρη σε αυτές τις κάρτες, οι αδελφοί στην Αλβανία έμαθαν για τη συνέλευση της Νυρεμβέργης η οποία είχε διεξαχθεί το 1955. Τα νέα για την ελευθερία που απολάμβαναν οι Γερμανοί αδελφοί μετά το τέλος του καθεστώτος του Χίτλερ ενθάρρυναν τους Αλβανούς ομοπίστους τους να παραμείνουν σταθεροί στην πίστη.

Το 1957, η Αλβανία ανέφερε στην έκθεσή της 75 ευαγγελιζομένους. Μολονότι τα ακριβή στοιχεία δεν ήταν διαθέσιμα, «ικανοποιητικός αριθμός» γιόρτασε την Ανάμνηση, ανέφερε το Βιβλίο Έτους 1958, και «οι Αλβανοί αδελφοί εξακολουθούν να κηρύττουν».

Το Βιβλίο Έτους 1959 ανέφερε: «Αυτοί οι πιστοί μάρτυρες του Ιεχωβά συνεχίζουν να κάνουν ό,τι μπορούν. Έχουν μιλήσει ανοιχτά για την αλήθεια σε άλλους και έχουν μάλιστα προσπαθήσει να θέσουν σε κυκλοφορία κάποια πράγματα. Είναι ευγνώμονες για την εν καιρώ τροφή η οποία φτάνει ενίοτε σε αυτούς, αλλά προφανώς η κομμουνιστική κυβέρνηση έχει κλείσει όλους τους διαύλους επικοινωνίας με τον έξω κόσμο». Η έκθεση κατέληγε: «Παρότι η κυβέρνηση της χώρας μπορεί να κρατάει αποκλεισμένους τους αδελφούς στην Αλβανία από την υπόλοιπη κοινωνία του Νέου Κόσμου, δεν μπορεί να εμποδίσει την επενέργεια του αγίου πνεύματος του Θεού πάνω τους».

ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ

Εκείνον τον καιρό όλοι ήταν υποχρεωμένοι να έχουν στρατιωτική ταυτότητα. Όσοι αρνούνταν να το κάνουν αυτό απολύονταν από την εργασία τους ή φυλακίζονταν. Ως αποτέλεσμα, ο Νάσο Ντόρι και ο Γιάννης Κομίνος μπήκαν πάλι κάποιους μήνες στη φυλακή. Παρότι μερικοί συμβιβάστηκαν επειδή φοβήθηκαν ότι θα απολύονταν, ένας συμπαγής πυρήνας όσιων αδελφών γιόρτασε την Ανάμνηση το 1959, πολλοί δε αδελφοί και αδελφές εξακολουθούσαν να κηρύττουν άφοβα.

Το 1959 το Υπουργείο Δικαιοσύνης διαλύθηκε, και απαγορεύτηκε στους δικηγόρους να ασκούν το επάγγελμά τους. Το κομμουνιστικό κόμμα θέσπιζε και εφάρμοζε όλους τους νόμους μόνο του. Όσοι δεν ψήφιζαν στις εκλογές θεωρούνταν εχθροί. Επικρατούσε φόβος και καχυποψία.

Οι Αλβανοί αδελφοί έστελναν στο εξωτερικό μηνύματα που άφηναν να εννοηθεί πόσο δύσκολα ήταν τα πράγματα, αλλά δήλωναν αποφασισμένοι να παραμείνουν όσιοι. Στο μεταξύ τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν προσπαθούσαν επανειλημμένα να έρθουν σε επαφή με τους αδελφούς στην Αλβανία. Ζητήθηκε από τον Γιάννη Μαρκόπουλο, ο οποίος είχε γεννηθεί στη νότια Αλβανία αλλά ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, να επιχειρήσει να βγάλει βίζα για την Αλβανία.

Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο Γιάννης κατάφερε να πάρει βίζα για την Αλβανία, αλλά η σύζυγός του, η Ελένη, δεν τα κατάφερε. Ο Γιάννης έφτασε στο Δυρράχιο το Φεβρουάριο του 1961 και πήγε στα Τίρανα. Εκεί βρήκε την αδελφή του, τη Μέλπω, η οποία ενδιαφερόταν για την αλήθεια και τον βοήθησε να συναντήσει τους αδελφούς την επόμενη κιόλας μέρα.

Ο Γιάννης μίλησε πολλή ώρα με τους αδελφούς και τους έδωσε μερικά έντυπα που είχε βάλει σε μια κρυφή θήκη της βαλίτσας του. Οι αδελφοί ενθουσιάστηκαν. Επί 24 και πλέον χρόνια δεν τους είχαν επισκεφτεί αδελφοί από το εξωτερικό.

Ο Γιάννης υπολόγισε ότι υπήρχαν 60 αδελφοί σε πέντε πόλεις, και μερικοί άλλοι σε μικρότερα χωριά. Στα Τίρανα, οι αδελφοί προσπαθούσαν να συναθροίζονται μυστικά κάθε Κυριακή και να ανασκοπούν τα έντυπα που είχαν κρυμμένα από το 1938.

Επειδή οι Αλβανοί αδελφοί είχαν ελάχιστη επαφή με την οργάνωση επί τόσο μεγάλο διάστημα, έπρεπε να ενημερωθούν για οργανωτικά ζητήματα και τρέχουσες αλήθειες. Για παράδειγμα, τις συναθροίσεις διεξήγαν τόσο αδελφοί όσο και αδελφές, οι οποίες μάλιστα ανέπεμπαν και προσευχές. Ο Γιάννης έγραψε αργότερα: «Οι αδελφοί ήταν πολύ επιφυλακτικοί και ανησυχούσαν για το πώς θα δέχονταν οι αδελφές τις προσαρμογές στις διευθετήσεις, γι’ αυτό μου ζήτησαν να τους τις εξηγήσω εγώ κατ’ ιδίαν, πράγμα που έκανα. Χάρηκα βλέποντας ότι οι αδελφές δέχτηκαν τις αλλαγές».

Παρά τη φτώχεια τους, αυτοί οι πιστοί υπηρέτες υποστήριζαν με ζήλο το έργο της Βασιλείας. Για παράδειγμα, ο Γιάννης διαπίστωσε ότι δύο ηλικιωμένοι αδελφοί από το Αργυρόκαστρο είχαν αποταμιεύσει ένα μέρος «από τα ελάχιστα χρήματά τους και είχαν συγκεντρώσει ένα συγκεκριμένο ποσό για συνεισφορά προς την Εταιρία». Ο καθένας είχε μαζέψει πάνω από 100 δολάρια σε χρυσά νομίσματα.

Οι αδελφοί στα Τίρανα χάρηκαν που έλαβαν το βιβλιάριο Κηρύττοντας και Διδάσκοντας με Ειρήνη και Ενότητα, το οποίο παρείχε κατεύθυνση σχετικά με το πώς έπρεπε να λειτουργούν οι εκκλησίες, ακόμη και υπό απαγόρευση. Στη συνέχεια, το Μάρτιο, ο Γιάννης διεξήγαγε στα Τίρανα την Ανάμνηση, στο σπίτι του Λεωνίδα Πόπε, με 37 παρόντες. Αμέσως μετά την ομιλία, πήρε το πλοίο και επέστρεψε στην Ελλάδα.

Αφού οι αδελφοί στα κεντρικά γραφεία εξέτασαν την έκθεση του Γιάννη σχετικά με την επίσκεψή του στην Αλβανία, ανέθεσαν στον Λεωνίδα Πόπε, στον Σωτήρη Παπά και στον Λούτσι Τζέκα να φροντίζουν την εκκλησία στα Τίρανα και το έργο στην Αλβανία. Ο Σπύρος Βρούχος διορίστηκε επίσκοπος περιοχής. Είχε την ευθύνη να επισκέπτεται τις εκκλησίες και να συναντάει τους αδελφούς τα βράδια, εκφωνώντας ομιλίες και εξετάζοντας τα έντυπα. Η οργάνωση κατέβαλλε κάθε προσπάθεια να βοηθήσει τους αδελφούς στην Αλβανία να γίνουν πιο ισχυροί πνευματικά και να αποκτήσουν την τρέχουσα κατανόηση.

Εννοείται ότι, εξαιτίας της αυστηρής λογοκρισίας που είχε επιβληθεί στην αλληλογραφία, η οργάνωση δεν μπορούσε να στείλει κάποια επίσημη επιστολή με την οποία θα παρείχε αυτή την κατεύθυνση. Αντί για αυτό, ο Γιάννης μετέδιδε τις πληροφορίες στους αδελφούς στην Αλβανία λίγο λίγο, χρησιμοποιώντας έναν κώδικα που παρέπεμπε σε σελίδες στα έντυπα. Σύντομα, άρχισαν να καταφθάνουν εκθέσεις που έδειχναν ότι οι αδελφοί είχαν συλλάβει πλήρως το νόημα. Οι τρεις αδελφοί στα Τίρανα υπηρετούσαν ως Επιτροπή Χώρας, και ο Σπύρος επισκεπτόταν τακτικά τις εκκλησίες.

Οι Αλβανοί αδελφοί έπρεπε να επινοούν πρωτότυπους τρόπους για να στέλνουν τις εκθέσεις υπηρεσίας αγρού στα κεντρικά γραφεία. Ένας τρόπος ήταν με κάρτες που έστελναν σε συγκεκριμένους αδελφούς στο εξωτερικό. Χρησιμοποιώντας έναν στυλό με λεπτή μύτη, έγραφαν τις εκθέσεις κωδικοποιημένες κάτω από το γραμματόσημο. Για παράδειγμα, έγραφαν τον αριθμό της σελίδας του βιβλιαρίου Κηρύττοντας και Διδάσκοντας στην οποία εξεταζόταν το θέμα «ευαγγελιζόμενοι». Δίπλα έγραφαν τον αριθμό των ευαγγελιζομένων που είχαν δώσει έκθεση εκείνον το μήνα. Επί πολλά χρόνια οι αδελφοί στο εξωτερικό χρησιμοποιούσαν παρόμοιες μεθόδους για να επικοινωνούν με τους αδελφούς στην Αλβανία.

ΚΑΛΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ​—ΑΣΧΗΜΗ ΤΡΟΠΗ

Παρότι η Επιτροπή Χώρας αγωνιζόταν σκληρά να προωθήσει την αγνή λατρεία, σύντομα ανέκυψαν προβλήματα. Το 1963, η Μέλπω Μαρκοπούλου έγραψε στον αδελφό της, τον Γιάννη, ότι τα δύο από τα τρία μέλη της Επιτροπής Χώρας, ο Λεωνίδας Πόπε και ο Λούτσι Τζέκα, ήταν «μακριά από τις οικογένειές τους» και ότι δεν διεξάγονταν συναθροίσεις. Έπειτα έγινε γνωστό ότι ο Σπύρος Βρούχος ήταν στο νοσοκομείο και ότι ο Λεωνίδας Πόπε και ο Λούτσι Τζέκα ήταν άρρωστοι, με αναφορά στα εδάφια Πράξεις 8:1, 3, όπου λέγεται ότι ο Σαύλος από την Ταρσό έριχνε τους Χριστιανούς στη φυλακή. Τι συνέβαινε;

Ο Λεωνίδας Πόπε, ο Λούτσι Τζέκα και ο Σωτήρης Τσέκι εργάζονταν σε ένα εργοστάσιο όπου μέλη του κομμουνιστικού κόμματος εκφωνούσαν ομιλίες για όλους τους εργάτες, με τις οποίες προωθούσαν τα κομμουνιστικά ιδεώδη. Κάποια μέρα, κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας για την εξέλιξη, ο Λεωνίδας και ο Λούτσι σηκώθηκαν όρθιοι και είπαν: «Όχι! Ο άνθρωπος δεν προήλθε από τους πιθήκους!» Την επομένη οδηγήθηκαν και οι δύο μακριά από τις οικογένειές τους και στάλθηκαν να εργαστούν ως εξόριστοι σε μακρινές πόλεις, μια τιμωρία που οι Αλβανοί αποκαλούσαν ιντερνίμ (περιορισμό). Ο Λούτσι στάλθηκε στα βουνά του Γκράμσι. Επειδή θεωρούσαν τον Λεωνίδα «αρχηγό», τον έστειλαν στα απόκρημνα, παγωμένα βουνά του Μπουρέλι. Πέρασαν εφτά χρόνια μέχρι να επιστρέψει στα Τίρανα.

Τον Αύγουστο του 1964, οι συναθροίσεις είχαν ουσιαστικά σταματήσει. Σύμφωνα με τις λίγες πληροφορίες που έφταναν στο εξωτερικό, οι αδελφοί βρίσκονταν υπό στενή παρακολούθηση από τη Σιγκουρίμι. Το μήνυμα κάτω από ένα γραμματόσημο έλεγε: «Προσευχηθείτε στον Κύριο για εμάς. Κατάσχουν έντυπα από τα σπίτια. Δεν μας επιτρέπουν να μελετούμε. Τρία άτομα σε ιντερνίμ». Αρχικά, οι παραλήπτες του μηνύματος νόμισαν ότι οι αδελφοί Πόπε και Τζέκα είχαν αφεθεί ελεύθεροι, εφόσον ήταν οι μόνοι που ήξεραν για τα μηνύματα κάτω από τα γραμματόσημα. Εντούτοις, αργότερα αποδείχτηκε ότι αυτό το μήνυμα το είχε στείλει η σύζυγος του Λούτσι, η Φροσίνα.

Οι αδελφοί που είχαν την επίβλεψη του έργου είχαν σταλεί μακριά. Το άγρυπνο μάτι της Σιγκουρίμι δεν επέτρεπε στους υπόλοιπους να επικοινωνούν μεταξύ τους. Εντούτοις, οι αδελφοί που βρίσκονταν σε ιντερνίμ έδιναν θαυμάσια μαρτυρία σε όποιον συναντούσαν. Οι κάτοικοι του Γκράμσι έλεγαν: «Οι ουνγκιλόρ [ευαγγελιστές] είναι εδώ. Δεν πηγαίνουν στο στρατό, αλλά μας χτίζουν τις γέφυρες και μας επισκευάζουν τις γεννήτριες». Αυτοί οι όσιοι αδελφοί απέκτησαν έξοχη φήμη που διήρκεσε δεκαετίες.

ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΝΑ ΑΘΕΪΣΤΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Στο πολιτικό μέτωπο, η Αλβανία διέκοψε τους δεσμούς της με τη Σοβιετική Ένωση και απέκτησε στενότερες σχέσεις με την Κίνα. Το ρεύμα της κομμουνιστικής ιδεολογίας έγινε τόσο ισχυρό ώστε μερικοί Αλβανοί ντύνονταν όπως ο Μάο Τσε-τουνγκ, ο πρόεδρος του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1966, ο Εμβέρ Χότζα κατάργησε τους στρατιωτικούς βαθμούς, ενώ μέσα στο κλίμα καχυποψίας που επικρατούσε, δεν επιτρέπονταν οι αντίθετες απόψεις.

Οι κρατικές εφημερίδες άρχισαν να δημοσιεύουν άρθρα κατά της θρησκείας, αποκαλώντας την «επικίνδυνο στοιχείο». Κατόπιν, στο Δυρράχιο, μια ομάδα φοιτητών κατεδάφισε με μπουλντόζα κάποια εκκλησία. Σε σύντομο διάστημα, στη μια πόλη μετά την άλλη, καταστράφηκαν και άλλα θρησκευτικά κτίρια. Το 1967, καθώς η κυβέρνηση υποδαύλιζε το αντιθρησκευτικό αίσθημα, η Αλβανία έγινε η πρώτη εξ ολοκλήρου αθεϊστική χώρα. Ενώ άλλα κομμουνιστικά κράτη είχαν τη θρησκεία υπό έλεγχο, η Αλβανία ούτε καν την ανεχόταν.

Ορισμένοι Μουσουλμάνοι, Ορθόδοξοι και Καθολικοί ιερείς φυλακίστηκαν λόγω της πολιτικής τους δράσης. Πολλοί ιερείς είχαν καλύτερη τύχη επειδή συμβιβάστηκαν και απλώς εγκατέλειψαν τη θρησκεία. Μερικά ιστορικά θρησκευτικά κτίρια έγιναν μουσεία. Δεν επιτρεπόταν κανενός είδους θρησκευτικά σύμβολα​—σταυροί ή εικόνες, τζαμιά ή μιναρέδες. Η λέξη «Θεός» χρησιμοποιούνταν μόνο με υποτιμητικό τρόπο. Αυτές οι εξελίξεις έκαναν την κατάσταση δύσκολη για τους αδελφούς.

Τη δεκαετία του 1960 κάποιοι αδελφοί κοιμήθηκαν τον ύπνο του θανάτου. Οι εναπομείναντες διασκορπισμένοι ευαγγελιζόμενοι συνέχισαν να υπερασπίζονται την αλήθεια όσο μπορούσαν. Αλλά ακόμη και τα άτομα που είχαν κάποιο ενδιαφέρον φοβούνταν να ακούσουν.

Η ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΕΝ ΕΞΑΣΘΕΝΗΣΕ ΠΟΤΕ

Το 1968, ο Γρηγόρης Φλώκος έγραψε στον Γιάννη και στην Ελένη Μαρκοπούλου ότι η υγεία του χειροτέρευε. Το κήρυγμα ήταν παράνομο και οι συναθροίσεις απαγορεύονταν. Αλλά ο Γρηγόρης, που είχε περάσει πια τα 80, περιέγραφε πώς μιλούσε τακτικά σε φίλους και σε ανθρώπους που συναντούσε στην αγορά, στο πάρκο ή στα καφενεία. Λίγο αργότερα, πέθανε πιστός. Όπως συνέβη με τόσους άλλους στην Αλβανία, τίποτα δεν μπόρεσε να σβήσει την ακατανίκητη αγάπη του για τον Ιεχωβά και την αλήθεια.

Λόγω προχωρημένης ηλικίας, ο Σπύρος Βρούχος δεν μπορούσε πλέον να υπηρετεί στο έργο περιοχής όπως παλιότερα. Στις αρχές του 1969, βρέθηκε νεκρός στον πάτο ενός πηγαδιού. Η Σιγκουρίμι ανέφερε ότι είχε αυτοκτονήσει. Αλλά ήταν αλήθεια αυτό;

Παρότι εντοπίστηκε ένα σημείωμα το οποίο υποτίθεται ότι είχε αφήσει ο Σπύρος προτού αυτοκτονήσει, λέγοντας ότι είχε κατάθλιψη, ο γραφικός χαρακτήρας σε αυτό δεν ήταν δικός του. Επίσης, πριν από το θάνατό του, ήταν ολοφάνερα σε καλή ψυχική κατάσταση. Επιπλέον, υπήρχαν εμφανείς μώλωπες στο λαιμό του, που υποδείκνυαν ότι είχε δεχτεί επίθεση. Στο πηγάδι δεν βρέθηκαν σχοινιά με τα οποία θα μπορούσε να έχει κρεμαστεί, και δεν υπήρχε νερό στους πνεύμονές του.

Χρόνια αργότερα, αποκαλύφτηκε πως είχαν πει στον Σπύρο ότι, αν δεν ψήφιζε, θα φυλάκιζαν αυτόν και την οικογένειά του και θα έπαυαν να τους χορηγούν τρόφιμα. Οι αδελφοί στα Τίρανα ανακάλυψαν ότι ο Σπύρος είχε δολοφονηθεί την προηγουμένη των εκλογών, και έπειτα το πτώμα του είχε ριχτεί στο πηγάδι. Αυτή δεν ήταν η τελευταία φορά που χρησιμοποιήθηκαν ψευδείς ειδήσεις για αυτοκτονίες κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗΣ

Το 1971, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο χάρηκαν όταν αυξήθηκαν τα μέλη του Κυβερνώντος Σώματος στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Δημιουργήθηκε έντονο αίσθημα προσμονής, όταν ανακοινώθηκε η διευθέτηση για το διορισμό πρεσβυτέρων και διακονικών υπηρετών. Αλλά οι αδελφοί μας στην Αλβανία πληροφορήθηκαν αυτές τις οργανωτικές προσαρμογές έπειτα από χρόνια, και αυτό χάρη στη σύντομη επαφή που είχαν τουρίστες από τις Ηνωμένες Πολιτείες με την αδελφή Λόπη Μπλάνι στα Τίρανα. Οι αδελφοί από τις ΗΠΑ έμαθαν ότι δεν διεξάγονταν συναθροίσεις, και τους ειπώθηκε ότι υπήρχαν μόνο τρεις ενεργοί Μάρτυρες στην πόλη, ενώ στην πραγματικότητα υπήρχαν πολύ περισσότεροι.

Ο Κώστας Ντάμπε βρισκόταν στην Ελλάδα από το 1966, προσπαθώντας να πάρει βίζα για να επιστρέψει στην Αλβανία, τη χώρα καταγωγής του. Αν και 76 ετών, ήθελε να διδάξει την αλήθεια στα παιδιά του. Επειδή δεν μπόρεσε να πάρει βίζα, παρέδωσε το αμερικανικό του διαβατήριο στα αλβανικά σύνορα και μπήκε στη χώρα, ξέροντας ότι πιθανόν να μην κατάφερνε να φύγει ποτέ.

Το 1975, ένα αντρόγυνο Αλβανών από τις Ηνωμένες Πολιτείες επισκέφτηκαν την Αλβανία ως τουρίστες. Έγραψαν ότι η επιτήρηση ήταν «πιο αυστηρή από ποτέ» και ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παρακολουθούνταν στενά. Οι ξένοι συνοδεύονταν παντού από επίσημους ξεναγούς, πολλοί από τους οποίους ήταν μέλη της Σιγκουρίμι. Αφού έφευγαν οι ξένοι, η Σιγκουρίμι επικέντρωνε την προσοχή της σε εκείνους με τους οποίους είχαν έρθει σε επαφή. Οι ίδιοι οι τουρίστες αντιμετωπίζονταν με καχυποψία και ήταν ανεπιθύμητοι. Ο κόσμος φοβόταν τους ξένους.

Το Νοέμβριο του 1976, ο Κώστας Ντάμπε ανέφερε σε μια επιστολή του ότι πέντε άτομα είχαν παρακολουθήσει την Ανάμνηση στην Αυλώνα. Ήξερε ότι ένας Μάρτυρας στην Πρεμετή και ένας άλλος στο Φιέρι είχαν γιορτάσει την Ανάμνηση ο καθένας μόνος του. Στα Τίρανα, δύο άτομα συναντήθηκαν σε μια τοποθεσία και τέσσερα κάπου αλλού. Από όσο ήξερε, λοιπόν, τουλάχιστον 13 άτομα είχαν γιορτάσει την Ανάμνηση το 1976.

Έπειτα από χρόνια, η Κούλα Γιδάρη περιέγραψε πώς γιόρταζε την Ανάμνηση: «Το πρωί έφτιαχνα το ψωμί και έφερνα το κρασί. Το βράδυ τραβούσα τις κουρτίνες και έβγαζα τη Γραφή που είχα κρυμμένη πίσω από τη λεκάνη της τουαλέτας. Την άνοιγα στον Ματθαίο, κεφάλαιο 26, και διάβαζα πώς θέσπισε ο Ιησούς την Ανάμνηση. Προσευχόμουν, σήκωνα το ψωμί, και έπειτα το ακουμπούσα κάτω. Διάβαζα λίγο ακόμη από τον Ματθαίο, προσευχόμουν και πάλι, σήκωνα το κρασί, και έπειτα το ακουμπούσα κάτω. Ύστερα, έψαλλα έναν ύμνο. Παρότι μόνη, ήξερα πως ήμουν ενωμένη με τους αδελφούς μου σε όλο τον κόσμο!»

Η Κούλα είχε πολύ λίγους συγγενείς. Πριν από χρόνια, ο Σπύρος Καραγιάννης την είχε υιοθετήσει όταν ήταν μικρή, και από τότε εκείνη ζούσε μαζί του και με την κόρη του, την Πηνελόπη, στα Τίρανα. Ο Σπύρος πέθανε γύρω στο 1950.

Η ΑΛΒΑΝΙΑ ΑΠΟΜΟΝΩΝΕΤΑΙ ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ

Μια νέα περίοδος απομόνωσης ξεκίνησε το 1978, όταν η Αλβανία διέκοψε τους δεσμούς της με την Κίνα. Σκοπός του νέου συντάγματος ήταν να γίνει η Αλβανία εντελώς αυτόνομη και να έχει αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές που να διέπουν όλους τους τομείς της ζωής, μεταξύ αυτών το θέατρο, το μπαλέτο, τη λογοτεχνία και τις τέχνες. Απαγορεύτηκαν όσα έργα κλασικής μουσικής θεωρούνταν ανατρεπτικά. Μόνο εγκεκριμένοι συγγραφείς επιτρεπόταν να έχουν στην κατοχή τους γραφομηχανές. Αν έπιαναν κάποιον να παρακολουθεί ξένους τηλεοπτικούς σταθμούς, τον ανέκρινε η Σιγκουρίμι.

Σε αυτό το κλίμα ακραίας καταστολής, αδελφοί από την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ελβετία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Σουηδία έμπαιναν στη χώρα ως τουρίστες προσπαθώντας να συναντήσουν τους ντόπιους αδελφούς. Οι ελάχιστοι με τους οποίους συναντήθηκαν εκτίμησαν πολύ αυτές τις προσπάθειες. Ωστόσο, οι αδελφοί παρέμεναν γενικά απομονωμένοι ο ένας από τον άλλον, και έτσι λίγοι ήξεραν αν θα ερχόταν κάποιος επισκέπτης.

Το 1985, οι Αλβανοί θρήνησαν το θάνατο του επί πολλά χρόνια δικτάτορα Εμβέρ Χότζα. Σύντομα θα συντελούνταν κυβερνητικές και κοινωνικές αλλαγές. Το επόμενο έτος, και ενώ ο Γιάννης Μαρκόπουλος είχε ήδη πεθάνει, η χήρα του, η Ελένη, που ήταν περίπου 65 χρονών, αποφάσισε να επισκεφτεί την Αλβανία. «Αν σας συμβεί κάτι όσο θα είστε εκεί», της είπαν οι υπεύθυνοι όταν παρέλαβε τη βίζα της, «μην περιμένετε βοήθεια από τον έξω κόσμο».

Το ταξίδι της Ελένης, που κράτησε δύο εβδομάδες, υπήρξε μνημειώδες για τους ελάχιστους ευαγγελιζομένους στην Αλβανία. Η Ελένη συνάντησε επιτέλους τη Μέλπω, την αδελφή του Γιάννη, η οποία είχε ακούσει την αλήθεια από αυτόν 25 χρόνια νωρίτερα. Παρότι δεν είχε βαφτιστεί ακόμη, η Μέλπω ήταν βασικός σύνδεσμος της οργάνωσης για πολλά χρόνια.

Η Ελένη συνάντησε επίσης τον Λεωνίδα Πόπε και τον Βασίλη Γκιόκα, που είχε βαφτιστεί το 1960. Έμαθε ότι σε διάφορα μέρη της χώρας ζούσαν ακόμη εφτά Μάρτυρες. Ενημέρωσε τους αδελφούς στην Αλβανία για διάφορες εξελίξεις σχετικά με την οργάνωση και για την πρόοδο του έργου σε άλλες κομμουνιστικές χώρες. Η Ελένη έδινε με προσοχή ανεπίσημη μαρτυρία σε εκείνους που συναντούσε. Παράλληλα, διαπίστωσε ότι στην Αλβανία υπήρχε ανέχεια.

«Για να πάρεις λίγο γάλα», είπε, «δεν ήταν παράξενο να περιμένεις στην ουρά από τις τρεις το πρωί. Τα ράφια πολλών καταστημάτων ήταν άδεια».

Το 1987 τα γραφεία τμήματος της Αυστρίας και της Ελλάδας προσπάθησαν από κοινού να περάσουν και άλλους επισκέπτες στην Αλβανία. Το 1988 ένα αντρόγυνο από την Αυστρία, ο Πέτερ Μαλομπάμπιτς και η σύζυγός του, μπήκαν στην Αλβανία ως τουρίστες και έδωσαν στη Μέλπω μια μπλούζα, την οποία εκείνη πήρε με χαρά. Ενθουσιάστηκε, όμως, ακόμη περισσότερο όταν βρήκε κρυμμένο μέσα σε αυτήν το βιβλίο «Πράγματα, εις τα Οποία Είναι Αδύνατον να Ψευσθή ο Θεός».

Αργότερα, το ίδιο εκείνο έτος, ένα άλλο αντρόγυνο συνάντησε τη Μέλπω και της έδωσαν περισσότερα έντυπα, αλλά έπρεπε να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί επειδή οι άντρες της Σιγκουρίμι δεν τους άφηναν από τα μάτια τους. Τα λίγα λεπτά που οι επισκέπτες βρέθηκαν μακριά από τους δήθεν επίσημους ξεναγούς, μπόρεσαν να κάνουν μόνο μια σύντομη επαφή. Έμαθαν ότι ο Λεωνίδας ήταν άρρωστος και ότι πολλοί άλλοι αδελφοί στην Αλβανία είχαν γεράσει, και έτσι τους ήταν δύσκολο να μετακινούνται.

ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΑΛΛΑΖΟΥΝ

Το πολιτικό σκηνικό άρχισε να αλλάζει το 1989. Η απόπειρα διαφυγής από την Αλβανία δεν τιμωρούνταν πια με θάνατο. Η Ελένη επισκέφτηκε ξανά τη χώρα εκείνο το καλοκαίρι. Επί ώρες μετέδιδε πληροφορίες και οδηγίες, όπως της είχε ανατεθεί. Ο Βασίλης Γκιόκας έκανε σύντομες επισκέψεις στους αδελφούς όσο του επέτρεπαν οι περιστάσεις.

Οι άντρες της Σιγκουρίμι άκουσαν ότι η Ελένη βρισκόταν εκεί, και πήγαν να τη βρουν. Αντί, όμως, να της δημιουργήσουν προβλήματα, της ζήτησαν κάποιο δώρο από την Αμερική. Πόσο γρήγορα άλλαζαν οι άνθρωποι!

Στις 9 Νοεμβρίου 1989 έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, και ο αντίκτυπος έφτασε σε χρόνο μηδέν και στην Αλβανία. Το Μάρτιο του 1990 ξέσπασαν αντικομμουνιστικές ταραχές στο Καβάγιο. Χιλιάδες άνθρωποι κατέκλυσαν τις πρεσβείες των ξένων χωρών στα Τίρανα, προσπαθώντας να εγκαταλείψουν τη χώρα. Οι φοιτητές απαιτούσαν μεταρρυθμίσεις και έκαναν απεργία πείνας.

Το Φεβρουάριο του 1991, ένας όχλος έριξε το άγαλμα του Εμβέρ Χότζα, ύψους 10 μέτρων, το οποίο δέσποζε στην Πλατεία Σκεντέρμπεη των Τιράνων επί χρόνια. Για το λαό, ο δικτάτορας αποτελούσε παρελθόν. Το Μάρτιο, περίπου 30.000 Αλβανοί κατέλαβαν πλοία στο Δυρράχιο και στην Αυλώνα και απέπλευσαν για την Ιταλία ως πρόσφυγες. Εκείνον το μήνα, διεξάχθηκαν πολυκομματικές εκλογές για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια. Μολονότι τις κέρδισε το κομμουνιστικό κόμμα, ήταν ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση δεν είχε πια τον απόλυτο έλεγχο.

Η Ελένη Μαρκοπούλου έκανε μια τελευταία επίσκεψη στην Αλβανία τον Αύγουστο του 1991, αλλά αυτή τη φορά διαπίστωσε ότι οι συνθήκες είχαν αλλάξει. Πριν από έναν μόλις μήνα, η κυβέρνηση είχε συγκροτήσει μια γραμματεία θρησκευμάτων, νομιμοποιώντας και πάλι τις θρησκευτικές δραστηριότητες έπειτα από 24 χρόνια. Οι αδελφοί άρχισαν χωρίς καθυστέρηση να αυξάνουν τη δράση τους στο κήρυγμα και να οργανώνουν συναθροίσεις.

Ο Βασίλης Γκιόκας ταξίδεψε στην Ελλάδα και έμεινε κάποιο διάστημα στο γραφείο τμήματος για να μάθει πώς πρέπει να οργανωθεί το έργο κηρύγματος. Επειδή δεν μιλούσε καλά τα ελληνικά, οι αδελφοί που ήξεραν λίγα αλβανικά τον εκπαίδευσαν όσο μπορούσαν. Όταν επέστρεψε στα Τίρανα, ο Βασίλης εφάρμοσε ευσυνείδητα ό,τι είχε μάθει και προσπάθησε να οργανώσει καλύτερα τις δύο εβδομαδιαίες συναθροίσεις, μία από τις οποίες ήταν η μελέτη της αλβανικής έκδοσης της Σκοπιάς, που είχε αρχίσει να κυκλοφορεί πρόσφατα.

«Προηγουμένως, οι συναθροίσεις ξεκινούσαν με ύμνο και προσευχή», θυμάται ένας αδελφός, «και ψάλλαμε τους ύμνους που μας είχαν μάθει οι παλιότεροι αδελφοί. Απολαμβάναμε τη μελέτη, και έπειτα κλείναμε με έναν ύμνο​—ή με δύο, τρεις ή περισσότερους! Τελικά ολοκληρώναμε με προσευχή».

Τον Οκτώβριο του 1991 και το Φεβρουάριο του 1992, ο Θωμάς Ζαφείρας και ο Σίλας Θωμαΐδης έφεραν έντυπα στην Αλβανία από την Ελλάδα. Συναντήθηκαν με τους αδελφούς στα Τίρανα και με αβάφτιστους ευαγγελιζομένους στο Μπεράτι, και έφτιαξαν καταλόγους με τα ονόματα των πολλών ενδιαφερομένων που χρειάζονταν βοήθεια. Έπειτα από δεκαετίες πνευματικής απομόνωσης, ο λαός λιμοκτονούσε πνευματικά. Στο Μπεράτι, για παράδειγμα, οι ενδιαφερόμενοι διεξήγαν συναθροίσεις, παρότι δεν υπήρχαν βαφτισμένοι αδελφοί στην πόλη. Τι μπορούσε να γίνει για να καλυφτεί αυτή η πνευματική ανάγκη;

ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ

Ο Μάικλ και η Λίντα Ντιγκριγκόριο ήταν ιεραπόστολοι που υπηρετούσαν στη Δομινικανή Δημοκρατία. Οι παππούδες του Μάικλ ήταν από τους Αλβανούς που βαφτίστηκαν στη Βοστόνη τη δεκαετία του 1920, και ο ίδιος μπορούσε να συνεννοείται στα αλβανικά. Έτσι λοιπόν, όταν το 1992 το ζεύγος Ντιγκριγκόριο αποφάσισαν να επισκεφτούν τους συγγενείς τους στην Αλβανία, ρώτησαν το Κυβερνών Σώμα αν ήταν ενδεδειγμένο να συναντηθούν με αδελφούς κατά τη διάρκεια της τριήμερης επίσκεψής τους. Προς έκπληξή τους, το Κυβερνών Σώμα τούς ζήτησε να παραμείνουν στην Αλβανία τρεις μήνες ώστε να βοηθήσουν στην οργάνωση του έργου κηρύγματος.

Στο γραφείο τμήματος στη Ρώμη, αδελφοί από την Ελλάδα και την Ιταλία ενημέρωσαν το ζεύγος Ντιγκριγκόριο για την κατάσταση στην Αλβανία και τους έδειξαν φωτογραφίες μερικών Αλβανών αδελφών, περιλαμβανομένου του Βασίλη Γκιόκα. Τον Απρίλιο του 1992, όταν το αντρόγυνο έφτασε αεροπορικώς στα Τίρανα, οι Αλβανοί που ζούσαν στο εξωτερικό ήταν και πάλι ευπρόσδεκτοι στη χώρα. Εντούτοις, εξακολουθούσε να υπάρχει έντονη πολιτική αναταραχή, και ο κόσμος αγωνιούσε για το μέλλον.

Καθώς ο Μάικλ και η Λίντα έβγαιναν από το αεροδρόμιο, οι συγγενείς του Μάικλ έτρεξαν να τους χαιρετίσουν. Ταυτόχρονα, ο Μάικλ αναγνώρισε τον Βασίλη Γκιόκα, ο οποίος είχε επίσης ενημερωθεί ότι το ζεύγος Ντιγκριγκόριο ερχόταν εκείνη την ημέρα.

«Πήγαινε εσύ με τους δικούς μας», είπε ο Μάικλ στη Λίντα, «και έρχομαι και εγώ».

Αφού αγκάλιασαν τη Λίντα, οι συγγενείς πήραν τις αποσκευές του ζευγαριού και κατευθύνθηκαν αμέσως προς τα αυτοκίνητα, ενώ ο Μάικλ πλησίασε γρήγορα τον Βασίλη.

«Θα ξανάρθω στα Τίρανα την Κυριακή», είπε βιαστικά ο Μάικλ στον Βασίλη, «και θα ψάξω να σε βρω».

Ο Κότσο, ένας συγγενής του Μάικλ στην Αλβανία, ο οποίος δεν γνώριζε ότι εκείνος και η Λίντα ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά, πήγε αμέσως κοντά του και του είπε: «Τι είναι αυτά που κάνεις; Δεν μιλάμε σε αγνώστους!»

Στη διαδρομή για την Κορυτσά, το ζεύγος Ντιγκριγκόριο συνειδητοποίησαν πόσο διέφερε η Αλβανία από την Καραϊβική. «Όλα ήταν παλιά, σκούρα, μουντά και κατασκονισμένα», θυμάται ο Μάικλ. «Παντού βλέπαμε αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Οι άνθρωποι ήταν σκυθρωποί. Κυκλοφορούσαν ελάχιστα αυτοκίνητα. Τα τζάμια ήταν σπασμένα. Οι αγρότες καλλιεργούσαν τη γη με τα χέρια. Δεν είχαν αλλάξει πολλά από την εποχή των παππούδων μου! Ήταν σαν να είχαμε ταξιδέψει στο παρελθόν!»

«Ο ΘΕΟΣ ΚΑΤΗΥΘΥΝΕ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΑΣ»

Ο Κότσο ήθελε να δείξει στον Μάικλ κάτι που είχε κρατήσει κρυμμένο για χρόνια. Όταν πέθανε η γιαγιά του Μάικλ στην Αλβανία, οι συγγενείς από τη Βοστόνη έστειλαν μια μακροσκελή επιστολή στην οικογένεια. Οι πρώτες δέκα σελίδες αφορούσαν κυρίως οικογενειακά ζητήματα, αλλά προς το τέλος της οι συγγενείς μιλούσαν για την ανάσταση.

«Στον έλεγχο που έκαναν οι αστυνομικοί», είπε ο Κότσο στον Μάικλ, «διάβασαν τις πρώτες λίγες σελίδες της επιστολής. Έπειτα βαρέθηκαν και είπαν: “Πάρτε την! Μιλάει μόνο για τα οικογενειακά σας!” Διαβάζοντας τις τελευταίες σελίδες, χάρηκα πολύ που έμαθα κάτι για τον Θεό!»

Τότε ο Μάικλ τού αποκάλυψε ότι αυτός και η Λίντα ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά, και του έδωσε πλήρη μαρτυρία.

Όπως οι άνθρωποι στους Βιβλικούς χρόνους, έτσι και οι Αλβανοί νιώθουν την υποχρέωση να φροντίζουν και να προστατεύουν τους φιλοξενουμένους τους. Γι’ αυτό, ο Κότσο επέμενε να συνοδεύσει τον Μάικλ και τη Λίντα στα Τίρανα.

«Στα Τίρανα δεν μπορούσαμε να βρούμε το σπίτι του Βασίλη», θυμάται ο Μάικλ, «επειδή δεν υπήρχαν πινακίδες με τα ονόματα των οδών. Έτσι λοιπόν, ο Κότσο πρότεινε να ρωτήσουμε στο ταχυδρομείο».

«Όταν επέστρεψε από το ταχυδρομείο», συνεχίζει η Λίντα, «έδειχνε έκπληκτος, και μας πήγε με το αυτοκίνητο κατευθείαν στο διαμέρισμα του Βασίλη».

Αργότερα, ο Κότσο εξήγησε: «Όταν μπήκα στο ταχυδρομείο και ρώτησα για τον Βασίλη, μου είπαν: “Αυτός είναι άγιος άνθρωπος! Ξέρεις τι έχει περάσει; Δεν υπάρχει καλύτερος άνθρωπος στα Τίρανα!” Ακούγοντάς το αυτό, κατάλαβα ότι ο Θεός κατηύθυνε το ταξίδι σας! Δεν μπορούσα εγώ να σταθώ εμπόδιο!»

ΟΡΓΑΝΩΝΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΤΙΡΑΝΑ

Ο Βασίλης ήταν χαρούμενος που γνώρισε το ζεύγος Ντιγκριγκόριο. Συζητούσαν μαζί επί ώρες. Μόνο προς το τέλος της βραδιάς τούς αποκάλυψε ότι το ίδιο πρωί είχε πεθάνει ο Γιάννης Κομίνος, που είχε φυλακιστεί με τον Νάσο Ντόρι. Γιατί είχε μείνει ο Βασίλης στο σπίτι και δεν είχε πάει στην κηδεία αυτού του αγαπητού αδελφού και στενού του φίλου; Όπως εξήγησε, «επειδή θα ερχόταν κάποιος που έστειλε το Κυβερνών Σώμα».

Ο Μάικλ και η Λίντα έπρεπε να μείνουν στα Τίρανα, αλλά η τότε κυβέρνηση δεν επέτρεπε να μένουν αλλοδαποί στην πόλη. Τι θα έκαναν;

«Αφήσαμε το ζήτημα στα χέρια του Ιεχωβά», είπε ο Μάικλ, «και τελικά βρήκαμε ένα μικρό διαμέρισμα όπου και εγκατασταθήκαμε».

«Οι ιδιοκτήτες είχαν το κλειδί», θυμάται η Λίντα, «και μπαινόβγαιναν όποτε ήθελαν. Επιπλέον, έπρεπε να περάσουμε μέσα από το διαμέρισμα κάποιου άλλου για να μπούμε στο δικό μας. Αλλά τουλάχιστον το σπίτι μας ήταν απόμερο, και προτιμούσαμε να μην τραβάμε την προσοχή».

Το ζεύγος Ντιγκριγκόριο άκουγαν επί ώρες τους παλαιούς αδελφούς στα Τίρανα να τους εξιστορούν τις δοκιμασίες που είχαν υπομείνει. Εντούτοις, ένα πρόβλημα ήταν ότι κάποιοι από αυτούς υποπτεύονταν ο ένας τον άλλον.

«Σε ατομική βάση ήταν όσιοι», θυμάται ο Μάικλ, «αλλά αναρωτιούνταν αν οι άλλοι είχαν παραμείνει πιστοί. Παρ’ όλα αυτά, μολονότι μερικοί κρατούσαν αποστάσεις από τους άλλους, εμάς δεν μας απέφευγαν. Αφού συζητήσαμε ήρεμα το ζήτημα, συμφώνησαν ότι το σπουδαιότερο ήταν να γνωστοποιηθεί το όνομα του Ιεχωβά. Παρέμεναν ενωμένοι στην αγάπη τους για τον Ιεχωβά, και είχαν μεγάλες προσδοκίες για το μέλλον».

Ήταν φανερό ότι η εκκλησία δεν λειτουργούσε όπως έπρεπε. Για παράδειγμα, όταν η Κούλα Γιδάρη και ο Σταύρος Τσέκι είδαν για πρώτη φορά το βιβλιάριο Καθημερινή Εξέταση των Γραφών, το φυλλομετρούσαν χωρίς να έχουν ιδέα τι είναι.

«Είναι το Μάννα!» φώναξε ξαφνικά ο Σταύρος, αναφερόμενος στο βιβλίο Ημερήσιον Ουράνιον Μάννα διά τον Οίκον της Πίστεως, το οποίο χρησιμοποιούνταν παλιά, όταν εκείνος μάθαινε την αλήθεια.

«Τώρα που το θυμήθηκα», είπε η Κούλα, «τι κάνει ο πρόεδρος, ο αδελφός Νορ; Είναι καλά ο φίλος του, ο Φρεντ Φρανς;» Αυτό έδειχνε πόσα χρόνια είχαν περάσει απομονωμένοι!

ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΑΝΑΜΝΗΣΗ!

Το δωμάτιο στο σπίτι του Βασίλη Γκιόκα, όπου διεξήγαν συνήθως οι αδελφοί τις συναθροίσεις τους, ήταν υπερβολικά μικρό για την Ανάμνηση​—μόλις 12 τετραγωνικά μέτρα. Γι’ αυτό, οι 105 παρευρεθέντες συγκεντρώθηκαν σε μια αίθουσα όπου στεγάζονταν παλιότερα τα γραφεία της εφημερίδας του κομμουνιστικού κόμματος. Ήταν η πρώτη φορά που η Ανάμνηση στα Τίρανα δεν διεξάχθηκε σε σπίτι. Μολονότι το 1992 υπήρχαν μόνο 30 ευαγγελιζόμενοι στην Αλβανία, υποδέχτηκαν με χαρά 325 παρόντες στην Ανάμνηση.

Οι ενδιαφερόμενοι στα Τίρανα αυξάνονταν σταθερά, και οι παρευρισκόμενοι στις συναθροίσεις στο διαμέρισμα του Βασίλη έφταναν τους 40. Κάποιοι από τους καινούριους ήθελαν να γίνουν αβάφτιστοι ευαγγελιζόμενοι, ενώ άλλοι εξέφραζαν την επιθυμία να βαφτιστούν. Οι αδελφοί αφιέρωναν πολλές ώρες σε συναντήσεις με εκείνους που ήθελαν να βαφτιστούν. Επειδή το βιβλίο Οργανωμένοι για να Επιτελέσουμε τη Διακονία Μας δεν είχε κυκλοφορήσει στην αλβανική, κάθε ερώτηση έπρεπε να μεταφράζεται προφορικά στους υποψηφίους για βάφτισμα. Με κάποιους καινούριους διεξαγόταν εντατική μελέτη για να διασφαλιστεί ότι καταλάβαιναν την αλήθεια. Παρότι ούτε ένας δεν είχε κάνει ποτέ κανονική Γραφική μελέτη, ήταν εκπληκτικό το πόσο καλή Γραφική γνώση είχαν.

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ!

Τις επόμενες εβδομάδες, οι αδελφοί πέρασαν πολλές ώρες με δικηγόρους και αξιωματούχους επιδιώκοντας τη νομική καταχώριση του έργου κηρύγματος της Βασιλείας. Ορισμένοι αδελφοί και ενδιαφερόμενοι στα Τίρανα είχαν ήδη υποβάλει επίσημο αίτημα, αλλά μια νέα κυβέρνηση βρισκόταν στην εξουσία, και έτσι ήταν αναγκαίο να επιμείνουν.

«Όλα γίνονταν εν κινήσει», θυμάται ένας αδελφός. «Ενώ περπατούσαμε στην πόλη, τύχαινε να συναντήσουμε τον αρμόδιο υπουργό για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον υπουργό εσωτερικών, τον υπουργό δικαιοσύνης, το διοικητή της αστυνομίας, μέλη του συνταγματικού δικαστηρίου και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν ευγενικοί και χαίρονταν που τα πράγματα δεν ήταν πια τόσο αυστηρά. Οι περισσότεροι γνώριζαν ήδη τους ουνγκιλόρ. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εξακολουθούσαν να υπάρχουν και να είναι δραστήριοι στην Αλβανία».

Επί εβδομάδες, οι αξιωματούχοι έλεγαν ότι η κυβέρνηση θα χορηγούσε νομική αναγνώριση στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά δεν γινόταν τίποτα. Εντούτοις, υπήρξε μια αναπάντεχη εξέλιξη, όταν ο Άντζελο Φέλιο, ένας αδελφός από τις Ηνωμένες Πολιτείες με αλβανική καταγωγή, επισκέφτηκε τους συγγενείς του στα Τίρανα. Ενώ βρισκόταν στην Αλβανία, ο Άντζελο πήγε με τους αδελφούς στη νομική σύμβουλο του υπουργού ο οποίος ήταν αρμόδιος να χορηγήσει τη νομιμοποίηση. Η σύμβουλος διαπίστωσε με χαρά ότι η οικογένεια του Άντζελο καταγόταν από την ίδια περιοχή της Αλβανίας με εκείνη.

«Από ποιο χωριό είστε;» ρώτησε τον Άντζελο. Προς έκπληξή τους, ήταν από το ίδιο χωριό.

«Πώς ονομάζεται η οικογένειά σας;» ρώτησε εκείνη.

Όλως παραδόξως, ο Άντζελο ήταν συγγενής της, αλλά οι οικογένειές τους είχαν χάσει την επαφή μεταξύ τους πριν από πολλά χρόνια.

«Ήμουν ήδη εντυπωσιασμένη από το καταστατικό σας και σκόπευα να σας βοηθήσω», είπε. «Τώρα, όμως, είμαι υποχρεωμένη να βοηθήσω γιατί είμαστε συγγενείς!»

Μερικές μέρες αργότερα, η νομική σύμβουλος παρέδωσε στους αδελφούς το Διάταγμα Αρ. 100, που χορηγούσε νομική αναγνώριση στους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αλβανία. Επιτέλους, η λατρεία του αληθινού Θεού, του Ιεχωβά, που βρισκόταν υπό απαγόρευση από το 1939, ήταν τώρα νομικά αναγνωρισμένη και ελεύθερη! «Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν τα αισθήματα που είχαμε στην καρδιά μας εκείνη τη μέρα», είπαν ο αδελφός και η αδελφή Ντιγκριγκόριο.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, το γραφείο τμήματος της Ελλάδας, που είχε υπό την επίβλεψή του την Αλβανία, έστειλε τον Ρόμπερτ Κερν να επισκεφτεί τα Τίρανα. Ο Ρόμπερτ ανακοίνωσε στους ντόπιους αδελφούς τη νομική καταχώριση του έργου και το σχηματισμό της εκκλησίας των Τιράνων. Επίσης, τους ενημέρωσε ότι ο τομέας της εκκλησίας τους ήταν «ολόκληρη η Αλβανία». Το οργανωμένο κήρυγμα από πόρτα σε πόρτα έπρεπε να προοδεύσει εντατικά. Στα Τίρανα νοικιάστηκε ένα σπίτι με τρία υπνοδωμάτια για να χρησιμοποιηθεί ως ιεραποστολικός οίκος και γραφείο, ενώ ένας μεγάλος χώρος του σπιτιού έγινε η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας.

ΕΝΤΟΠΙΖΟΥΝ ΕΝΑ ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΟ ΠΡΟΒΑΤΟ

«Υπάρχουν καθόλου Μάρτυρες στην Αυλώνα;» αναρωτήθηκαν οι αδελφοί όταν συζητούσαν για την προώθηση του έργου κηρύγματος στην Αλβανία. Το μόνο που είχαν ακούσει μερικοί ήταν ότι υπήρχε μια ηλικιωμένη με γεροντική άνοια. Τότε ήρθε στο γραφείο μια γυναίκα που είπε ότι εκείνη και η οικογένειά της ήταν ουνγκιλόρ και ότι είχαν διδαχτεί την αλήθεια στην Αυλώνα από κάποια κυρία Αρετή. Έτσι λοιπόν, οι αδελφοί ταξίδεψαν από τα Τίρανα στην Αυλώνα για να βρουν την Αρετή.

Η Αρετή Πίνα, μια μικροκαμωμένη γριούλα, τους έβαλε στο σπίτι της, αλλά φαινόταν κάπως επιφυλακτική. Όταν της εξήγησαν ότι ήταν πνευματικοί της αδελφοί, εκείνη δεν αντέδρασε καθόλου.

«Μπορώ να σας ρωτήσω κάτι;» είπε ξαφνικά η Αρετή έπειτα από μερικά λεπτά, και άρχισε αμέσως να τους βομβαρδίζει με ερωτήσεις: «Πιστεύετε στην Τριάδα; Ποιο είναι το όνομα του Θεού; Πιστεύετε στην κόλαση; Τι συμβαίνει όταν πεθαίνουμε; Τι θα απογίνει η γη; Πόσοι θα πάνε στον ουρανό;»

Οι αδελφοί απάντησαν σε κάθε ερώτηση.

«Κηρύττετε;» ρώτησε κατόπιν η Αρετή.

«Ναι», είπε ένας αδελφός, «κηρύττουμε».

«Εντάξει», απάντησε εκείνη, «αλλά πώς κηρύττετε;»

«Κηρύττουμε από σπίτι σε σπίτι», είπε ο αδελφός.

Η Αρετή ξέσπασε σε κλάματα, πετάχτηκε όρθια και αγκάλιασε τον αδελφό.

«Τώρα ξέρω ότι είστε αδελφοί μου!» είπε συγκινημένη. «Μόνο ο λαός του Ιεχωβά κηρύττει από σπίτι σε σπίτι!»

Κάποιες προτεσταντικές ομάδες στην Αυλώνα είχαν ακούσει ότι η Αρετή ήταν θρησκευόμενο άτομο και της είχαν ζητήσει να ενταχθεί στις τάξεις τους. «Αλλά εγώ δεν ήθελα καμία σχέση με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη!» εξήγησε εκείνη στους αδελφούς. «Γι’ αυτό έπρεπε να βεβαιωθώ ότι είστε η πραγματική πνευματική μου οικογένεια!»

Η Αρετή είχε βαφτιστεί το 1928 όταν ήταν 18 ετών. Διέσχιζε βουνά και λαγκάδια με τα πόδια, κηρύττοντας με τη Γραφή στο χέρι. Παρότι είχε χάσει την επαφή της με τους αδελφούς επί χρόνια, συνέχιζε να κηρύττει πιστά μόνη της.

«Ο Ιεχωβά είναι υπέροχος», είπε η Αρετή με δάκρυα στα μάτια. «Ποτέ δεν με ξέχασε!»

Ο κόσμος θεωρούσε την Αρετή τρελή, επειδή διακρατούσε την πίστη της στον Θεό υπό το αμείλικτο, απολυταρχικό καθεστώς της Αλβανίας. Ωστόσο, η Αρετή, όχι μόνο δεν έπασχε από γεροντική άνοια, αλλά το μυαλό της ήταν διαυγέστατο!

ΥΠΗΡΧΑΝ ΠΟΛΛΑ ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ!

Τώρα που το έργο μας ήταν νομικά καταχωρισμένο, υπήρχαν πολλά που έπρεπε να γίνουν για την προώθηση των συμφερόντων της Βασιλείας στην Αλβανία. Οι αδελφοί έπρεπε να αποκτήσουν την τρέχουσα κατανόηση και να ενισχυθούν πνευματικά. Τόσο εκείνοι όσο και ο αγρός χρειάζονταν έντυπα στην αλβανική. Επίσης, υπήρχε επιτακτική ανάγκη για περισσότερους κήρυκες. Ποιος μπορούσε να βοηθήσει;

Το 1992, ήρθαν ειδικοί σκαπανείς από την Ιταλία και την Ελλάδα, οι οποίοι παρακολούθησαν μαθήματα αλβανικής. Ταυτόχρονα, μια μικρή ομάδα άρχισε να μεταφράζει τα έντυπά μας. Παρόλο που κατά περιόδους δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα μέχρι και 21 μέρες στη σειρά, οι αδελφοί δεν έχαναν το χιούμορ τους και ασχολούνταν φιλόπονα με την εργασία που είχαν να κάνουν.

Έπρεπε επίσης να γίνει και πολλή χειρωνακτική εργασία. Όταν έκανε κρύο, ο ιεραποστολικός οίκος χρειαζόταν θέρμανση. Αλλά στην Αλβανία δεν ήταν δυνατό να αγοράσει κανείς ξύλα. Πώς θα είχαν θέρμανση οι αδελφοί; Κάποιοι αδελφοί από την Ελλάδα έσπευσαν να βοηθήσουν στέλνοντας ένα φορτίο με μεγάλα κομμάτια ξύλου, καθώς και ένα ηλεκτρικό πριόνι. Παρ’ όλα αυτά, το πρόβλημα δεν λύθηκε, επειδή το άνοιγμα της ξυλόσομπας ήταν πολύ μικρό, και δεν υπήρχε ρεύμα για να λειτουργήσει το πριόνι. Ευτυχώς, κάποιος φίλος ενός αδελφού, στην άλλη άκρη των Τιράνων, είχε ένα τσεκούρι. Επειδή δεν υπήρχαν λεωφορεία, χρειάστηκαν δύο ώρες για να φέρουν το τσεκούρι στον ιεραποστολικό οίκο, και έπρεπε να το επιστρέψουν προτού σκοτεινιάσει. «Κόβαμε όλοι ξύλα με τη σειρά όσο είχαμε το τσεκούρι», θυμάται ένας από τους ιεραποστόλους, «αλλά καταφέραμε να ζεσταθούμε!»

Παράλληλα με το κόψιμο ξύλων και τα μαθήματα γλώσσας, η αλβανική μεταφραστική ομάδα απόλαυσε την πρώτη από τις πολλές επισκέψεις του Νίκου και της Έιμι Αχλαδή από τις Μεταφραστικές Υπηρεσίες, που τώρα βρίσκονται στο Πάτερσον της Νέας Υόρκης. Η ευγενική και ισορροπημένη τους προσέγγιση βοήθησε πάρα πολύ τους νέους μεταφραστές, οι οποίοι μάθαιναν γρήγορα και έκαναν καλή εργασία. Το γραφείο τμήματος της Ιταλίας τύπωνε τα έντυπα και τα έστελνε στην Αλβανία.

Όλη η σκληρή εργασία άξιζε και με το παραπάνω, δεδομένης της θαυμάσιας ανταπόκρισης που απολάμβαναν οι ευαγγελιζόμενοι στη διακονία αγρού. Και οι καινούριοι ευαγγελιζόμενοι επίσης φλέγονταν από ζήλο. Η Λόλα, για παράδειγμα, είχε μόλις αρχίσει να βγαίνει στο έργο, αλλά αφιέρωνε 150, 200 ή και περισσότερες ώρες κάθε μήνα στη διακονία! Όταν τη συμβούλεψαν να είναι προσεκτική και να ισορροπήσει το ρυθμό της στην υπηρεσία, η Λόλα απάντησε: «Η ζωή μου μέχρι τώρα πήγε χαμένη! Τι άλλο αξίζει το χρόνο μου;»

ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΡΟΧΩΡΕΙ ΑΚΑΘΕΚΤΟ

Ο Μάρτιος του 1993 ήταν ιστορικός μήνας για την Αλβανία. Οι ειδικοί σκαπανείς ανέλαβαν νέους διορισμούς στο Αργυρόκαστρο, στην Αυλώνα, στο Δυρράχιο, στο Μπεράτι, στη Σκόδρα και στα Τίρανα. Η Σκοπιά 1 Μαρτίου ήταν το πρώτο τεύχος που ετοιμάστηκε από την αλβανική μεταφραστική ομάδα. Οι αδελφοί απόλαυσαν την πρώτη τους Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας, πράγμα που σημαίνει ότι διεξάχθηκαν για πρώτη φορά και οι πέντε συναθροίσεις. Τέθηκε σε κυκλοφορία η πρώτη αλβανική έκδοση της Διακονίας μας της Βασιλείας. Επίσης, διεξάχθηκε η πρώτη ημέρα ειδικής συνέλευσης στην Πλατεία Σκεντέρμπεη των Τιράνων, στο Θέατρο Μπαλέτου και Όπερας.

Εκπρόσωποι από την Ελλάδα και την Ιταλία ήρθαν για να απολαύσουν αυτή την ιστορική ημέρα ειδικής συνέλευσης. Ο Νάσο Ντόρι άνοιξε τη συνέλευση με προσευχή, ευχαριστώντας τον Ιεχωβά για όλες τις ευλογίες που γεύονταν. Οι παρόντες έφτασαν τους 585, ενώ βαφτίστηκαν 41 άτομα! Ανάμεσά τους υπήρχαν παιδιά και εγγόνια αδελφών που είχαν υπηρετήσει πιστά τον Ιεχωβά στην Αλβανία.

Η διεξαγωγή της πρώτης συνέλευσης περιφερείας στην Αλβανία το 1993 δημιούργησε μεγάλο ενθουσιασμό. Οι παρόντες ξεπέρασαν τους 600 και περιλάμβαναν εκπροσώπους από την Αυστρία, τη Γαλλία, την Ελβετία, την Ελλάδα και την Ιταλία. Οι Αλβανοί αδελφοί ήταν κατασυγκινημένοι καθώς, έπειτα από μακρόχρονη απομόνωση, μπορούσαν να συναναστρέφονται ελεύθερα με τόσους αδελφούς από τόσες χώρες!

Προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερη οργάνωση, το Κυβερνών Σώμα διόρισε μια Επιτροπή Χώρας, που αποτελούνταν από τον Νάσο Ντόρι, τον Βίτο Μαστρορόζα και τον Μάικλ Ντιγκριγκόριο, για να υπηρετεί υπό την επίβλεψη του γραφείου τμήματος της Ιταλίας. Μια από τις προτεραιότητές τους ήταν να βρουν κάποιο ακίνητο για να στεγάσουν το γραφείο και τους ολοένα και περισσότερους μεταφραστές.

Στην επόμενη ομάδα ειδικών σκαπανέων που άρχισαν να μαθαίνουν την αλβανική ήταν και ο Στέφανο Ανατρέλι, από την Ιταλία. Έπειτα από πέντε εβδομάδες μαθημάτων, τον προσκάλεσαν στο γραφείο και του είπαν: «Θα θέλαμε να επισκέπτεσαι τους ειδικούς σκαπανείς και τους ομίλους ως επίσκοπος περιοχής».

«Μα εγώ δεν ξέρω καλά καλά τα αλβανικά!» ήταν η πρώτη αντίδραση του Στέφανο. Ωστόσο, θεώρησε αυτόν το διορισμό θαυμάσιο προνόμιο. Αφού ετοίμασε με κάποια βοήθεια μερικές ομιλίες, ξεκίνησε για τις πιο απομακρυσμένες γωνιές της Αλβανίας. Είχαν περάσει 30 περίπου χρόνια από τότε που ο Σπύρος Βρούχος επισκεπτόταν ως επίσκοπος περιοχής τους αδελφούς κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης. Το 1995, ο Στέφανο διορίστηκε μέλος της Επιτροπής Χώρας.

Το 1994, ήρθε στην Αλβανία μια τρίτη ομάδα σκαπανέων από την Ιταλία. Οι καινούριοι Αλβανοί ευαγγελιζόμενοι υποκινήθηκαν από το πνεύμα ζήλου όλων αυτών των σκαπανέων. Στο τέλος του υπηρεσιακού έτους 1994, υπήρχαν 354 ευαγγελιζόμενοι που ενασχολούνταν με το έργο κηρύγματος.

Ωστόσο, πολλοί ευαγγελιζόμενοι αντιμετώπιζαν συναισθηματικές προκλήσεις. Η μετάβαση από ένα υπερβολικά καταπιεστικό σύστημα σε μια εντελώς ελεύθερη κοινωνία δεν ήταν εύκολη. Για να επιβιώσουν υπό το απολυταρχικό καθεστώς, έπρεπε να προσέχουν να μην εκφράζουν ποτέ ανοιχτά τα αισθήματά τους σε άλλους​—ειδικά σε ξένους. Εντούτοις, οι αδελφοί και οι αδελφές από το εξωτερικό το κατανοούσαν αυτό και προσπαθούσαν υπομονετικά να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πιο καινούριων.

Το ίδιο έτος τόσο οι ηλικιωμένοι αδελφοί και αδελφές όσο και οι καινούριοι ευαγγελιζόμενοι καλωσόρισαν με χαρά τον Θεοντόρ Τζάρας, το πρώτο μέλος του Κυβερνώντος Σώματος που επισκέφτηκε ποτέ την Αλβανία. Πάνω από 600 άτομα συγκεντρώθηκαν για την ομιλία που εκφώνησε στα Τίρανα.

Στο μεταξύ, έγινε η αγορά ενός ακινήτου στα Τίρανα για να στεγαστεί το γραφείο. Σε λιγότερους από έξι μήνες, μια ομάδα σκληρά εργαζόμενων αδελφών από το εξωτερικό μετέτρεψαν μια παλιά έπαυλη σε σύγχρονα γραφεία και κατασκεύασαν κτίριο κατοικιών για 24 άτομα. Η αφιέρωση έγινε στις 12 Μαΐου 1996, όταν επισκέφτηκε την Αλβανία ο Μίλτον Χένσελ από το Κυβερνών Σώμα.

ΚΗΡΥΤΤΑΝ ΜΟΝΟΙ

Ένας νεαρός στην Κορυτσά, ονόματι Αρμπέν, διάβασε τα Γραφικά έντυπα που του είχε στείλει η αδελφή του και κατάλαβε αμέσως ότι αυτή ήταν η αλήθεια. Έγραψε στο γραφείο της Αλβανίας, και για κάποιο διάστημα συνέχισε να μαθαίνει την αλήθεια αλληλογραφώντας με τους αδελφούς. Προκειμένου να του προσφέρουν περαιτέρω πνευματική βοήθεια, δύο αδελφοί έκαναν ένα ταξίδι ειδικά για να τον συναντήσουν. Από τη συνομιλία τους με τον Αρμπέν, διέκριναν ότι είχε τα προσόντα να γίνει ευαγγελιζόμενος. Τότε οι δύο αδελφοί πήγαν μαζί του στο κέντρο της Κορυτσάς και του είπαν να παρατηρεί πώς κήρυτταν εκείνοι στους περαστικούς.

Ο Αρμπέν αφηγείται: «Κατόπιν μου έδωσαν περιοδικά και μου είπαν: “Σειρά σου τώρα”. Μου ζήτησαν να πάω μόνος μου, και εγώ πήγα».

Πέρασαν κάποιοι μήνες μέχρι να έρθουν ειδικοί σκαπανείς για να τον βοηθήσουν. Στο μεταξύ, όμως, υπήρχαν άνθρωποι που ανταποκρίνονταν στο κήρυγμά του. Λίγο μετά την άφιξη των ειδικών σκαπανέων, σχηματίστηκε ένας όμιλος.

Προς το τέλος του έτους, οι σκαπανείς στην Αυλώνα επικοινώνησαν με το γραφείο, λέγοντας ότι η Αρετή Πίνα ήταν άρρωστη και ήθελε να δει έναν από τους υπεύθυνους αδελφούς. Όταν ο αδελφός έφτασε, η Αρετή ζήτησε από όλους να βγουν από το δωμάτιο ώστε να του μιλήσει ιδιαιτέρως.

«Δεν θα ζήσω πολύ ακόμη», είπε αναπνέοντας με δυσκολία. «Σκεφτόμουν κάτι και θέλω να σε ρωτήσω. Δεν μπορώ να τα καταλάβω όλα, αλλά θέλω να ξέρω. Έχει εκπληρωθεί η Αποκάλυψη;»

«Ναι, Αρετή, έχει εκπληρωθεί σχεδόν όλη», απάντησε ο αδελφός, ο οποίος κατόπιν ανέφερε εν συντομία μερικά πράγματα που περιμένουμε να εκπληρωθούν. Η Αρετή άκουγε με αμέριστη προσοχή κάθε λέξη.

«Τώρα μπορώ να πεθάνω ήσυχη», είπε. «Ήθελα να ξέρω πόσο κοντά είμαστε».

Επί πολλά χρόνια η Αρετή υπήρξε ζηλώτρια ευαγγελιζόμενη​—είτε κήρυττε μόνη στα βουνά είτε από το κρεβάτι της όταν ήταν άρρωστη. Λίγο μετά τη συζήτηση αυτή, η Αρετή τελείωσε πιστά την επίγεια πορεία της.

Η ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΙΣΧΥΡΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Ο Νάσο Ντόρι, που είχε περάσει τα 80, ήταν άρρωστος και οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν. Αλλά κάποιοι αδελφοί​—οι νεαροί οι οποίοι καλούνταν για στρατιωτική υπηρεσία—​χρειάζονταν την ενθάρρυνσή του. Ο Ορθόδοξος κλήρος στο Μπεράτι, ο οποίος φθονούσε τη γρήγορη αύξηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά, πίεζε τις αρχές να ασκούν ποινικές διώξεις εναντίον αυτών των αδελφών.

Σε εκείνη την πόλη, έξι νεαροί αδελφοί που αρνούνταν να καταταχθούν στο στρατό αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο πολύμηνης φυλάκισης. Ο Νάσο, αναγνωρίζοντας ότι χρειάζονταν ενθάρρυνση, ανακάθησε στο κρεβάτι και βιντεοσκόπησε ένα μήνυμα για αυτούς.

«Μη φοβάστε», πρότρεψε τους νεαρούς αδελφούς. «Τα έχουμε ξαναπεράσει αυτά. Ο Ιεχωβά θα είναι μαζί σας. Αν μπείτε φυλακή, μην ανησυχείτε. Θα είναι προς όφελος του ονόματος του Ιεχωβά».

Καθώς η υγεία του χειροτέρευε, ο Νάσο κάλεσε στο πλευρό του τους αδελφούς και είπε: «Ζήτησα από τον Θεό να με συγχωρήσει για κάτι που έκανα. Την προηγούμενη εβδομάδα πονούσα τόσο πολύ ώστε προσευχήθηκα να πεθάνω. Μετά σκέφτηκα: “Ιεχωβά, εσύ είσαι ο Πρωτουργός της ζωής. Εκπροσωπείς την ίδια τη ζωή. Ζήτησα κάτι αντίθετο στο θέλημά σου. Σε παρακαλώ, συγχώρησέ με!”»

Όταν ο Νάσο έμαθε ότι ο αριθμός των ευαγγελιζομένων στην Αλβανία είχε φτάσει τους 942, είπε: «Επιτέλους έχουμε μεγάλο πλήθος στην Αλβανία!» Μερικές μέρες αργότερα, πέθανε, τελειώνοντας την επίγεια πορεία του.

ΤΡΑΖΙΡΑ​—ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΡΧΙΑΣ

Το 1997, κυριαρχούσε η εκμετάλλευση, η δωροδοκία και η διαφθορά. Πολλοί Αλβανοί πουλούσαν ό,τι είχαν και επένδυαν όλα τους τα χρήματα σε σχέδια γρήγορου πλουτισμού τύπου «πυραμίδας». Όταν οι επενδύσεις τους εξανεμίστηκαν, οι αγανακτισμένοι πολίτες βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν.

Ακριβώς τότε, και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη το πρόγραμμα της ημέρας ειδικής συνέλευσης, μια αδελφή η οποία εργαζόταν για έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο είπε στους αδελφούς ότι ο πρωθυπουργός ήταν έτοιμος να παραιτηθεί. Η ίδια έμαθε ότι θα ξεσπούσε πρωτοφανής βία. Η ημέρα ειδικής συνέλευσης συντομεύτηκε ώστε οι αδελφοί να πάνε γρήγορα στα σπίτια τους. Δύο ώρες μετά το τέλος του προγράμματος, η χώρα ήταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας.

Κανένας δεν ήξερε τι ακριβώς συνέβαινε. Οι φήμες οργίαζαν. Ήταν ξένος δάκτυλος ή ζήτημα εγχώριας πολιτικής; Τα σχέδια τύπου «πυραμίδας» κατέρρευσαν, και οι περισσότεροι έχασαν όλες τους τις επενδύσεις. Στην Αυλώνα ξέσπασαν ταραχές. Ο κόσμος εισέβαλε σε κρατικά οπλοστάσια και άρπαξε όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά. Καθώς τα δελτία ειδήσεων μετέδιδαν τι συνέβαινε, οι άνθρωποι στη μία πόλη μετά την άλλη κατέφευγαν στη βία. Επικράτησε χάος σε όλη τη χώρα, και η αστυνομία έχασε τον έλεγχο. Η Αλβανία αποδιοργανώθηκε βουλιάζοντας στην ένοπλη βία και στην αναρχία.

Οι περισσότεροι από τους 125 ολοχρόνιους υπηρέτες που είχαν έρθει από το εξωτερικό στην Αλβανία πήγαν στα Τίρανα για ασφάλεια. Πολλοί Αλβανοί κατηγορούσαν τους ξένους για αυτό που συνέβαινε, έτσι λοιπόν ήταν φρόνιμο να εγκαταλείψουν τη χώρα οι σκαπανείς από το εξωτερικό. Επειδή το αεροδρόμιο είχε κλείσει, μερικοί σκαπανείς από την Ιταλία μεταφέρθηκαν στο λιμάνι του Δυρραχίου, το οποίο έλεγχαν ένοπλοι ντόπιοι. Έπειτα από 12ωρη αγωνιώδη αναμονή, οι σκαπανείς επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο και έφυγαν για τη χώρα τους.

Η Επιτροπή Χώρας επικοινωνούσε κάθε μέρα τηλεφωνικά με αδελφούς σε διάφορες τοποθεσίες. Τις πρωινές ώρες επικρατούσε απόκοσμη ηρεμία στους δρόμους. Αλλά το απόγευμα άρχιζαν οι πυροβολισμοί, οι οποίοι συνεχίζονταν όλη νύχτα μέχρι το ξημέρωμα. Μερικοί είχαν μέχρι και αντιαεροπορικά πυροβόλα. Αυτές οι συγκρούσεις έγιναν γνωστές ως τραζίρα, δηλαδή αναταραχές.

«ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ»

Ο Αρμπέν Μέρκο, ένας από τους έξι αδελφούς από το Μπεράτι που φυλακίστηκαν λόγω ουδετερότητας, αφηγείται: «Στον τοίχο του κελιού μου υπήρχε μια μικρή τρύπα. Κάποιος από το διπλανό κελί με ρώτησε ποιος είμαι». Ο Αρμπέν τού έδινε μαρτυρία επί εβδομάδες. Μια μέρα η φωνή δεν ξανακούστηκε.

Ενώ ο Αρμπέν είχε αποφυλακιστεί, ένας νεαρός χτύπησε την πόρτα του. Ο Αρμπέν δεν τον αναγνώρισε, αλλά η φωνή του ακουγόταν γνωστή​—ήταν το άτομο από το διπλανό κελί.

«Ήρθα να σου φέρω αυτό», είπε στον Αρμπέν, δίνοντάς του έναν ενισχυτή.

«Στην τραζίρα», συνέχισε, «έκλεψα αυτόν τον ενισχυτή από την Αίθουσα Βασιλείας σας. Αλλά όσα μου είπες στη φυλακή με συγκίνησαν. Θέλω να έχω ήσυχη τη συνείδησή μου ενώπιον του Θεού, γι’ αυτό και σας τον έφερα πίσω».

Στο μυαλό του Αρμπέν ήρθε αμέσως το τελευταίο μήνυμα του Νάσο Ντόρι προς τους νεαρούς που θα κρατούσαν ακεραιότητα: «Θα είναι προς όφελος του ονόματος του Ιεχωβά».

ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Η αναχώρηση των πρεσβυτέρων από το εξωτερικό άφησε τις περισσότερες εκκλησίες και τους μεγάλους ομίλους στα χέρια 19χρονων και 20χρονων διακονικών υπηρετών. Μια μέρα, διατρέχοντας μεγάλο κίνδυνο, τρεις από αυτούς τους νεαρούς αδελφούς ταξίδεψαν από την Αυλώνα στα Τίρανα. Τα μέλη της Επιτροπής Χώρας ανησυχούσαν για την έλλειψη τροφίμων, γι’ αυτό και ρώτησαν αν οι αδελφοί χρειάζονταν συγκεκριμένες υλικές προμήθειες.

«Απλώς μας τελείωσαν οι εκθέσεις υπηρεσίας αγρού», απάντησαν οι νεαροί. Όπως τα ηλικιωμένα πιστά άτομα πριν από χρόνια, έτσι και αυτοί ανησυχούσαν περισσότερο για τις πνευματικές ανάγκες παρά για τις υλικές. Έπειτα αφηγήθηκαν ότι πολλοί άνθρωποι ανταποκρίνονταν θετικά στα καλά νέα λόγω του διάχυτου φόβου και της αβεβαιότητας.

Λίγο μετά την Ανάμνηση, το γραφείο έλαβε ένα τηλεφώνημα. «Είμαστε ένας όμιλος από αδελφές σας στο Κούκες», είπε κάποια γυναίκα, «και διεξάγουμε τις συναθροίσεις μόνες μας από τότε που έφυγαν οι σκαπανείς».

Εξαιτίας των αναταραχών, οι αδελφοί στα Τίρανα είχαν χάσει την επαφή με τους ευαγγελιζομένους στο Κούκες. Εντούτοις, εφτά αβάφτιστες ευαγγελιζόμενες είχαν διεξαγάγει την Ανάμνηση σε δύο σημεία. Μολονότι ανησυχούσαν ότι ίσως δεν είχαν κάνει τον εορτασμό σωστά, ανέφεραν με χαρά 19 παρόντες και στις δύο τοποθεσίες. Είναι εκπληκτικό ότι, παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας και τις δύσκολες συνθήκες το 1997, παρευρέθηκαν στην Ανάμνηση 3.154 άτομα σε ολόκληρη την Αλβανία. Και παρά την αναρχία, οι ευαγγελιζόμενοι συνέχισαν να κηρύττουν, προσφέροντας παρηγοριά και ταυτόχρονα παραμένοντας προσεκτικοί.

Όταν η Επιτροπή Χώρας έμαθε ότι οι αδελφοί στο Αργυρόκαστρο χρειάζονταν τρόφιμα και έντυπα, συζήτησαν το κατά πόσο θα ήταν ασφαλές να στείλουν εκεί ένα φορτηγό με προμήθειες. Εντούτοις, η συζήτησή τους διακόπηκε από μια αδελφή που είπε ότι είχε έρθει να τους δει μια εκφωνήτρια ειδήσεων η οποία ίσως είχε χρήσιμες πληροφορίες.

Χωρίς να γνωρίζει τι συζητούσε η επιτροπή, η εκφωνήτρια των ειδήσεων τους συνέστησε: «Ό,τι και αν κάνετε, μην κατεβείτε αύριο νότια. Έχουμε μάθει ότι κάτι επικίνδυνο ετοιμάζουν στο Τεπελένι». Επειδή το φορτηγό που θα πήγαινε στο Αργυρόκαστρο θα έπρεπε να περάσει μέσα από το Τεπελένι, οι αδελφοί αποφάσισαν να ματαιώσουν το ταξίδι.

Την επομένη, λίγο μετά τις 11, ένα έκτακτο δελτίο ειδήσεων ανέφερε ότι στο Τεπελένι είχε γίνει μια εξαιρετικά βίαιη και αιματηρή συμπλοκή και ότι η γέφυρα στην πόλη είχε ανατιναχτεί. Οι αδελφοί ήταν πολύ ευγνώμονες στον Ιεχωβά που τελικά δεν έγινε αυτό το ταξίδι εκείνη τη μέρα!

Επί εβδομάδες, η οικογένεια Μπέθελ άκουγε πυροβολισμούς όλη τη νύχτα, και συχνά η πρωινή λατρεία διεξαγόταν με υπόκρουση τις ριπές των πολυβόλων και τις βόμβες. Οι άνθρωποι πυροβολούσαν τυφλά στον αέρα, και υπήρχε πάντα κίνδυνος από τις αδέσποτες σφαίρες. Για λόγους ασφαλείας, η οικογένεια Μπέθελ έμενε μέσα, και οι μεταφραστές κάθονταν στο πάτωμα, μακριά από τα παράθυρα, συνεχίζοντας την εργασία τους.

Τον Απρίλιο του 1997, έφτασε μια στρατιωτική δύναμη των Ηνωμένων Εθνών αποτελούμενη από 7.000 άντρες για να αποκαταστήσει την τάξη στη χώρα. Μέχρι τον Αύγουστο, οι δυνάμεις του ΟΗΕ είχαν αποχωρήσει από την Αλβανία, και οι αδελφοί μπόρεσαν να οργανώσουν μια συνέλευση περιφερείας. Οι ευαγγελιζόμενοι χάρηκαν πολύ, εφόσον επί μήνες ήταν σε θέση να συναθροίζονται μόνο σε μικρούς ομίλους.

Σε κάποια περίπτωση, ένοπλοι ληστές σταμάτησαν λεωφορεία που είχαν μισθώσει οι αδελφοί για να τους μεταφέρουν στη συνέλευση. Εντούτοις, όταν ανακάλυψαν ότι οι επιβάτες ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά, είπαν: «Εσείς είστε διαφορετικοί! Δεν θα σας πειράξουμε».

Τι αντίκτυπο είχε η τραζίρα στο έργο κηρύγματος στην Αλβανία; Φαίνεται ότι ο κίνδυνος και η ανησυχία, αντί να ανακόψουν την αύξηση, έκαναν πολλούς ανθρώπους να αποκτήσουν μεγαλύτερη συναίσθηση της πνευματικής τους ανάγκης. Ως αποτέλεσμα, μέσα σε 15 μόλις μήνες, 500 καινούρια άτομα άρχισαν να συμμετέχουν στην υπηρεσία αγρού, και έτσι ο συνολικός αριθμός των ευαγγελιζομένων ξεπέρασε τους 1.500.

ΤΟ ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

Μετά την τραζίρα, φάνηκε ότι τα όπλα εξαφανίστηκαν, και οι εκκλησίες συνέχισαν να αυξάνονται. Εντούτοις, ξεσπούσαν συγκρούσεις στο γειτονικό Κοσσυφοπέδιο. Ο πόλεμος που μαινόταν εκεί έγινε αισθητός στην Αλβανία, καθώς πολλοί πρόσφυγες περνούσαν κατά κύματα τα σύνορα. Οι Αλβανοί ευαγγελιζόμενοι, χωρίς να χάσουν χρόνο, πρόσφεραν στους πρόσφυγες άγγελμα ελπίδας και παρηγορητικά έντυπα. Επίσης φρόντισαν μια ομάδα 22 Μαρτύρων του Ιεχωβά με τα παιδιά τους.

Τον Αύγουστο, όταν τελείωσε ο πόλεμος, οι Κοσοβάροι αδελφοί επέστρεψαν στα σπίτια τους, αλλά όχι μόνοι. Πήγαν μαζί τους Αλβανοί και Ιταλοί αδελφοί, περιλαμβανομένων δέκα ειδικών σκαπανέων, οι οποίοι ήθελαν να δώσουν την αναγκαία πνευματική βοήθεια. Στα τέλη του υπηρεσιακού έτους 1999, υπήρχαν 1.805 ευαγγελιζόμενοι στην Αλβανία και 40 στο Κοσσυφοπέδιο.

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ

«Χαίρομαι που μεταφράζουμε τόσα έντυπα», είχε πει ο Νάσο Ντόρι προτού πεθάνει, «αλλά αυτό που χρειαζόμαστε πάνω από όλα είναι η Μετάφραση Νέου Κόσμου​—μια Γραφή καλής ποιότητας στην οποία να οικοδομήσουμε την πίστη μας!» Το 1999, μόλις τρία χρόνια μετά το θάνατό του, το Κυβερνών Σώμα έδωσε την έγκριση να μεταφραστεί στην αλβανική η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.

Στη συνέλευση του 2000, μια πολύ ευχάριστη έκπληξη περίμενε το αλβανόφωνο ακροατήριο​—τέθηκε σε κυκλοφορία η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών στην αλβανική! Τα μέλη της μεταφραστικής ομάδας εργάστηκαν σκληρά για αυτό το έργο με όλη τους την καρδιά και την ψυχή, και το ολοκλήρωσαν σε λιγότερο από έναν χρόνο. Μια τακτική σκαπάνισσα, πρώην βουλευτής του κομμουνιστικού κόμματος, έγραψε: «Τι υπέροχη μετάφραση! Μόνο όταν τη διάβασα μπόρεσα να εκτιμήσω πόσο υπέροχο βιβλίο είναι η Γραφή, με τα πεζά και ποιητικά της κείμενα, με τις γλαφυρές της αφηγήσεις. Σε βοηθάει να φανταστείς με κάθε λεπτομέρεια τη συγκινητική σκηνή. Όταν διάβασα για τα θαύματα του Ιησού και για τις επικρίσεις και τους χλευασμούς που υπέφερε, ένιωσα πρώτη φορά πολύ βαθιά αισθήματα!»

Τώρα πια, υπήρχαν 2.200 ευαγγελιζόμενοι στην Αλβανία, και η οικογένεια Μπέθελ αριθμούσε 40 μέλη. Είχαν νοικιαστεί διαμερίσματα, αλλά απαιτούνταν περισσότερος χώρος. Ως εκ τούτου, το Κυβερνών Σώμα ενέκρινε την αγορά ενός οικοπέδου 30 στρεμμάτων στα περίχωρα των Τιράνων, στο Μέζες. Το 2000, η Επιτροπή Χώρας άρχισε να λειτουργεί ως Επιτροπή Τμήματος για την καλύτερη επίβλεψη του επεκτεινόμενου αγρού στην Αλβανία και στο Κοσσυφοπέδιο.

Το Σεπτέμβριο του 2003, όταν ξεκίνησε η οικοδόμηση των εγκαταστάσεων του νέου τμήματος, η Αλβανία είχε 3.122 ευαγγελιζομένους. Παράλληλα, η μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών στην αλβανική είχε ήδη προχωρήσει αρκετά. Όχι μόνο εξελισσόταν γοργά το έργο κηρύγματος, αλλά και οι ευαγγελιζόμενοι σημείωναν αξιέπαινη πνευματική πρόοδο. Πολλοί από τους 20 νεαρούς άντρες που αποτέλεσαν την πρώτη τάξη της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης στην Αλβανία, τον Αύγουστο του 2004, ήταν έφηβοι όταν φρόντιζαν τις εκκλησίες κατά τη διάρκεια της τραζίρα λίγα χρόνια πρωτύτερα. Τώρα ήταν πολύ χαρούμενοι που είχαν λάβει περισσότερη θεοκρατική εκπαίδευση!

“Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΗΤΑΝ ΘΥΜΩΜΕΝΟΣ”

«Ο Ιεχωβά Διδάσκει τους Ανθρώπους να Αυτοκτονούν!» έγραφαν οι τίτλοι των εφημερίδων το Φεβρουάριο του 2005. Οι ειδήσεις στην τηλεόραση και στις εφημερίδες διέδιδαν ψευδώς ότι μια έφηβη που είχε αυτοκτονήσει ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Στην πραγματικότητα, το κορίτσι αυτό ούτε έκανε μελέτη ούτε παρακολουθούσε συναθροίσεις. Εντούτοις, οι εναντιούμενοι χρησιμοποίησαν το περιστατικό για να εξαπολύσουν σφοδρή επίθεση.

Οι δάσκαλοι χλεύαζαν τα παιδιά που ήταν Μάρτυρες. Αδελφοί έχαναν τις εργασίες τους. Ορισμένοι ζητούσαν επίμονα να απαγορευτεί το έργο μας. Μολονότι οι αδελφοί προσπαθούσαν να παρουσιάσουν λογικά επιχειρήματα στα μέσα ενημέρωσης, η εικόνα που δινόταν ήταν ολοένα και χειρότερη.

Φαινόταν ξεκάθαρα ότι οι υπηρέτες του Ιεχωβά είχαν ανάγκη από καθοδήγηση και υποστήριξη για να αντεπεξέλθουν σε αυτή τη νέα επίθεση. Ως εκ τούτου, το γραφείο τμήματος διευθέτησε να εκφωνηθεί μια ειδική ομιλία προκειμένου να τονιστεί η αξία τού να συνεχίζουμε να κηρύττουμε την αλήθεια ώστε να αντικρούουμε τα φαρμακερά ψέματα. Δόθηκε στους αδελφούς η προτροπή να συζητούν λογικά με τους άλλους και να μην ενδίδουν στο φόβο του ανθρώπου. Θα μπορούσαν να επισημαίνουν στα άτομα με ειλικρινή καρδιά ότι ο αριθμός των Μαρτύρων του Ιεχωβά είχε αυξηθεί θεαματικά τα περασμένα λίγα χρόνια, πράγμα που δεν θα συνέβαινε αν οι Μάρτυρες αυτοκτονούσαν. Δεν ήταν η πρώτη φορά που δέχονταν τέτοιες επιθέσεις. Η ομιλία υπενθύμισε στους αδελφούς την ψευδή είδηση της αυτοκτονίας του Σπύρου Βρούχου, τη δεκαετία του 1960. Η τωρινή αρνητική δημοσιότητα θα έπεφτε στο κενό​—και όντως έτσι συνέβη!

Έπειτα από λίγους μόλις μήνες, τον Αύγουστο, ο Ντέιβιντ Σπλέιν, μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, παρευρέθηκε στη συνέλευση περιφερείας την οποία παρακολούθησαν 4.675 εκπρόσωποι από την Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο. Το ακροατήριο δεν μπορούσε να συγκρατήσει τη χαρά του όταν ο αδελφός Σπλέιν έθεσε σε κυκλοφορία ολόκληρη τη Μετάφραση Νέου Κόσμου στην αλβανική!

«Δεν είναι άξιο απορίας που ο Σατανάς έκανε τα αδύνατα δυνατά να μας εμποδίσει!» είπε ένας παλαίμαχος αδελφός. «Ήταν θυμωμένος επειδή συνέβαιναν πολλά καλά πράγματα στο λαό του Ιεχωβά».

Παρά τις αρνητικές ειδήσεις στα μέσα ενημέρωσης, οι υπηρέτες του Θεού στην Αλβανία συνέχισαν να ισχυροποιούνται. Πολλοί μη ομόπιστοι σύζυγοι και συγγενείς, οι οποίοι κατάλαβαν ότι οι ειδήσεις ήταν ψευδείς, άρχισαν να μελετούν τη Γραφή και έγιναν ευαγγελιζόμενοι. Παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις του Σατανά, το θέλημα του Ιεχωβά εκπληρωνόταν. Η οικογένεια Μπέθελ μετακόμισε στο νέο γραφείο τμήματος, και η δεύτερη τάξη της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης είχε ξεκινήσει.

Η ΑΦΙΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

Τον Ιούνιο του 2006, ο Θεοντόρ Τζάρας και ο Γκέριτ Λος, και οι δύο μέλη του Κυβερνώντος Σώματος, ήταν ανάμεσα στους 350 εκπροσώπους από 32 χώρες που παρευρέθηκαν στην αφιέρωση των νέων εγκαταστάσεων του γραφείου τμήματος. Παρών στην αφιέρωση ήταν και ο Σωτήρης Τσέκι, ο οποίος είχε βασανιστεί με ηλεκτροσόκ τη δεκαετία του 1940. Τώρα, ενώ πλησιάζει τα 80, συνεχίζει την υπηρεσία του χαρούμενος.

«Μόνο στα όνειρά μου έβλεπα μια τέτοια μέρα», είπε η Φροσίνα Τζέκα, η οποία εξακολουθεί να υπηρετεί όσια παρότι πέρασε μεγάλες δυσκολίες επί δεκαετίες. Η Πολυξένη Κομίνου, η χήρα του Γιάννη, ήταν εκεί και μίλησε για τις κόρες της και την εγγονή της, που υπηρετούσαν ως τακτικές σκαπάνισσες. Ανάμεσα στους παρευρισκομένους ήταν και ο Βασίλης Γκιόκας, κυρτωμένος πια έπειτα από χρόνια παθημάτων. Τα μάτια του βούρκωσαν όταν θυμήθηκε με νοσταλγία την επίσκεψή του στον Λεωνίδα Πόπε, καθώς και το κρυφό του βάφτισμα, το 1960.

Το προηγούμενο γραφείο τμήματος στα Τίρανα μετατράπηκε σε συγκρότημα Αιθουσών Βασιλείας, καθώς και σε ιεραποστολικό οίκο για 14 ιεραποστόλους. Έξι τάξεις της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης έχουν παραγάγει μια σοδειά πιστών, αυτοθυσιαστικών ειδικών σκαπανέων οι οποίοι αποτελούν τεράστιο κεφάλαιο για τον αλβανικό αγρό. Περισσότεροι από 950 ντόπιοι τακτικοί και ειδικοί σκαπανείς εκδηλώνουν παρόμοιο ενθουσιώδες ευαγγελιστικό πνεύμα.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΙΧΤΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ

Οι αδελφοί και οι αδελφές μας στην Αλβανία εκτιμούν βαθιά τη Γραφή και τα έντυπα που έχουν μεταφραστεί στη μητρική τους γλώσσα. Το έργο του Ιεχωβά σε αυτό το τμήμα του αγρού συνεχίζει να σημειώνει σταθερή πρόοδο. Εκτός από τους πρόθυμους και ικανούς άντρες που εκπαιδεύονται για να αναλάβουν θεοκρατικές ευθύνες, «οι γυναίκες που λένε τα καλά νέα είναι μεγάλο στράτευμα».​—Ψαλμ. 68:11.

Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αλβανία αποτελούν ζωντανή απόδειξη των εξής θεόπνευστων λόγων: «Οποιοδήποτε όπλο κατασκευαστεί εναντίον σου δεν θα έχει επιτυχία, και όποια γλώσσα και αν εγερθεί εναντίον σου στην κρίση, θα την καταδικάσεις. Αυτή είναι η κληρονομική ιδιοκτησία των υπηρετών του Ιεχωβά». (Ησ. 54:17) Χάρη στην παρ’ αξία καλοσύνη του Ιεχωβά και στη δύναμη που παρέχει εκείνος, δεν πτοήθηκαν από το απολυταρχικό καθεστώς, τα βασανιστήρια, την απομόνωση, την κακεντρεχή δημοσιότητα στα μέσα ενημέρωσης και τα προσωπικά προβλήματα.

Ο λαός του Ιεχωβά στην Αλβανία ατενίζει το μέλλον απολύτως σίγουρος για την όσια αγάπη και την ευλογία του Θεού. Όποιες δυσκολίες και αν αντιμετωπίζουν, είναι ευτυχισμένοι για το προνόμιο που έχουν να κάνουν την καρδιά του ουράνιου Πατέρα τους να χαίρεται και για την ελπίδα που έχει τεθεί μπροστά τους. (Παρ. 27:11· Εβρ. 12:1, 2) Αν μπορούμε να διδαχτούμε κάτι από τη θεοκρατική ιστορία της Αλβανίας, αυτό είναι ότι ο Ιεχωβά δεν ξεχνάει ποτέ τις θυσίες, μεγάλες και μικρές, που κάνουν οι όσιοι υπηρέτες του, νέοι και ηλικιωμένοι.​—Εβρ. 6:10· 13:16.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 140]

«Αν ήσουν Χριστιανός, θα πολεμούσες, όπως πολεμούν και οι ιερείς!»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 189]

«Απλώς μας τελείωσαν οι εκθέσεις υπηρεσίας αγρού»

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 132]

Συνοπτική Εικόνα της Αλβανίας

Χώρα

Η Αλβανία βρίσκεται στη νοτιοανατολική Ευρώπη, βόρεια από την Ελλάδα και ανατολικά από το «τακούνι» της ιταλικής «μπότας». Έχει έκταση 28.750 τετραγωνικά χιλιόμετρα και 362 χιλιόμετρα ακτογραμμής κατά μήκος της Αδριατικής Θάλασσας και του Ιονίου Πελάγους. Λευκές αμμουδιές και σμαραγδένια νερά, με φόντο τα ψηλά βουνά, κοσμούν τα παράλια της Αλβανίας από την Αυλώνα ως τους Αγίους Σαράντα. Στα βόρεια και στην ενδοχώρα κυριαρχούν οι απόκρημνες οροσειρές, ενώ στα νοτιοδυτικά υπάρχουν εύφορες καλλιεργήσιμες πεδιάδες.

Πληθυσμός

Υπολογίζεται στα 3.600.000 και αποτελείται κυρίως από Αλβανούς, καθώς και από ένα μικρό ποσοστό Ρομά, Ελλήνων και Σέρβων.

Κλίμα

Στα νότια, παράκτια πεδινά, η θερμοκρασία κυμαίνεται το καλοκαίρι κατά μέσο όρο στους 26 βαθμούς Κελσίου. Εντούτοις, στα βουνά του Ντίμπερ, στο βορρά, η θερμοκρασία πέφτει το χειμώνα μέχρι και στους μείον 25 βαθμούς Κελσίου.

Τροφή

Μια πίτα με τραγανή κρούστα, γεμιστή με σπανάκι, τυρί, ντομάτες και κρεμμύδια ή διάφορα άλλα λαχανικά ή κρέας ονομάζεται μπουρέκ. Το τάβα ε κόσιτ είναι ψητό κοτόπουλο ή αρνί γαρνιρισμένο με γευστική σάλτσα από γιαούρτι και άνηθο. Στους Αλβανούς αρέσει να τρώνε με το κουτάλι, αφού οι σούπες και τα βραστά συνηθίζονται πολύ. Συχνά, σε ειδικές περιστάσεις, όταν σερβίρεται αρνί, το κεφαλάκι του αρνιού προσφέρεται στον επίτιμο καλεσμένο. Στα πολλά γλυκά που παρασκευάζονται στην Αλβανία περιλαμβάνονται ο μπακλαβάς (φαίνεται δεξιά) και το κανταΐφι. Για τους Αλβανούς, το ψωμί αποτελεί βασική τροφή. Αν θέλεις να πεις σε κάποιον ότι έχεις φάει, λες απλώς: «Χένγκρα μπουκ», που σημαίνει: «Έφαγα ψωμί».

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 134]

Οι Πρώτες Συνελεύσεις

Οι αλβανόφωνοι που παρακολουθούσαν την Κυριακή τις αλβανικές Δημόσιες Συναθροίσεις στη Νέα Αγγλία των ΗΠΑ ήταν γενικά συνταυτισμένοι με αγγλικές ή ελληνικές εκκλησίες. Τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, απολάμβαναν τις συνελεύσεις που διεξάγονταν στην ελληνική. Ωστόσο, χαίρονταν που είχαν κονκάρδες στη δική τους γλώσσα, οι οποίες έγραφαν: «Τριήμερη Συνέλευση των Αλβανών Σπουδαστών της Γραφής».

[Εικόνες]

Κονκάρδα (δεξιά) που φορούσαν οι Αλβανοί αδελφοί (κάτω) σε συνέλευση στη Βοστόνη στα τέλη της δεκαετίας του 1920

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 151, 152]

«Ο Ιεχωβά Δεν μας Εγκατέλειψε Ποτέ!»

ΦΡΟΣΙΝΑ ΤΖΕΚΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1926

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1946

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γνώρισε την αλήθεια στην εφηβεία της. Αν και οι γονείς της τής εναντιώθηκαν και οι αρχές την κρατούσαν μακριά από άλλους αδελφούς, εκείνη ένιωθε πάντα κοντά στον Ιεχωβά και στην οργάνωσή του. Πέθανε πιστή το 2007.

◼ Η ΦΡΟΣΙΝΑ γνώρισε την αλήθεια από τα αδέλφια της τη δεκαετία του 1940. Οι γονείς της, που δεν ήταν Μάρτυρες, την έδιωξαν από το σπίτι επειδή αρνήθηκε να παντρευτεί κάποιον που της είχαν βρει εκείνοι. Ένας αδελφός, ο Γρηγόρης Φλώκος, τη δέχτηκε ως μέλος της οικογένειάς του και την είχε σαν κόρη του.

«Μια φορά με συνέλαβαν επειδή αρνήθηκα να ψηφίσω», είπε η Φροσίνα. «Ήμουν μόνη σε ένα δωμάτιο, και ξαφνικά όρμησαν μέσα περίπου 30 αστυνομικοί. Ένας από αυτούς ούρλιαξε: “Έχεις ιδέα τι μπορούμε να σου κάνουμε;” Ένιωθα ότι ο Ιεχωβά ήταν μαζί μου και είπα: “Δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα αν δεν σας το επιτρέψει ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά!” Με πέρασαν για τρελή, και είπαν: “Πάρτε την από εδώ!” Όπως καταλαβαίνετε, είχα δίκιο. Ο Ιεχωβά ήταν όντως μαζί μου!»

Το 1957, η Φροσίνα παντρεύτηκε τον Λούτσι Τζέκα, και απέκτησαν τρία παιδιά. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Λούτσι έγινε μέλος της νεοσυσταθείσας Επιτροπής Χώρας, η οποία είχε την ευθύνη να επιβλέπει το έργο στην Αλβανία. Σύντομα καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια ιντερνίμ (περιορισμό) στο Γκράμσι, μακριά από τη Φροσίνα και τα παιδιά. Εκεί συνέχισε να κηρύττει και να μιλάει για την οργάνωση. Οι κάτοικοι του Γκράμσι τον θυμούνται μέχρι σήμερα.

Ενώ ο Λούτσι ήταν σε ιντερνίμ, το κομμουνιστικό κόμμα έβαλε τη Φροσίνα στη μαύρη λίστα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί επισήμως να αγοράζει τρόφιμα. Η Φροσίνα λέει: «Δεν μας πείραξε καθόλου. Οι λίγοι αδελφοί που υπήρχαν μοιράζονταν ό,τι είχαν. Επιβιώσαμε επειδή ο Ιεχωβά δεν μας εγκατέλειψε ποτέ!»

Μετά το θάνατο του Λούτσι, η Φροσίνα βρισκόταν με τους αδελφούς πιο σπάνια. Ωστόσο, συνέχιζε να κηρύττει. Η ίδια αφηγείται: «Ο Γιάννης Μαρκόπουλος μας επισκέφτηκε τη δεκαετία του 1960. Όταν τελικά συνάντησα τη σύζυγό του, την Ελένη, το 1986, ένιωσα ότι γνωριζόμασταν χρόνια! Ο Λούτσι και εγώ στέλναμε στα κρυφά κάποια μηνύματα στο ζεύγος Μαρκόπουλου, και εκείνοι τα προωθούσαν στους αδελφούς στο Μπρούκλιν».

Το 1992, όταν άρθηκε η απαγόρευση, η Φροσίνα ήταν ένα από τα εννιά βαφτισμένα άτομα που είχαν απομείνει στην Αλβανία. Παρακολουθούσε τακτικά τις συναθροίσεις, ενώ ακόμη και τη μέρα του θανάτου της, το 2007, είχε βγει στο έργο. Λίγο προτού πεθάνει, η Φροσίνα είπε: «Αγαπώ τον Ιεχωβά με όλη μου την καρδιά! Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να συμβιβαστώ. Το ήξερα ότι είχα μεγάλη οικογένεια σε όλο τον κόσμο, αλλά τώρα συγκινούμαι βαθύτατα βλέποντας πόσο μεγάλη είναι η θεοκρατική μας οικογένεια στην Αλβανία. Ο Ιεχωβά ήταν πάντοτε μαζί μας και εξακολουθεί να μας κρατάει στα στοργικά του χέρια!»

[Εικόνα]

Η Φροσίνα Τζέκα το 2007

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 159, 160]

Τα Λιγοστά Έντυπα Έγιναν Άφθονα

ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΙΟΚΑΣ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1930

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1960

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Παρέμεινε σταθερός υπέρ της αλήθειας υπό απολυταρχικό καθεστώς. Σήμερα υπηρετεί ως πρεσβύτερος στα Τίρανα.

◼ ΘΥΜΑΜΑΙ ότι είδα την ελληνική Σκοπιά στο χωριό μου, το Μπαρμάς, τη δεκαετία του 1930. Ο πατέρας μου έδειξε το περιοδικό και είπε: «Καλά τα λένε αυτοί εδώ!» Χρόνια αργότερα κατάλαβα τι εννοούσε. Μολονότι ήταν επικίνδυνο να έχεις Αγία Γραφή, εμένα μου άρεσε να τη διαβάζω. Στην κηδεία κάποιου συγγενή, γνώρισα έναν αδελφό από τα Τίρανα. Τον ρώτησα σχετικά με το σημείο των «τελευταίων ημερών» στον Ματθαίο, κεφάλαιο 24. Εκείνος μου το εξήγησε, και εγώ άρχισα αμέσως να μιλώ σε όσους μπορούσα για αυτά που μάθαινα.

Το 1959, παρακολούθησα μια συνάθροιση με τους αδελφούς στο σπίτι του Λεωνίδα Πόπε. Εκείνον τον καιρό διάβαζα το βιβλίο της Αποκάλυψης, και τους ρώτησα τι είναι το θηρίο και η Βαβυλώνα η Μεγάλη. Όταν οι αδελφοί μού εξήγησαν, κατάλαβα ότι αυτή είναι η αλήθεια! Βαφτίστηκα έναν χρόνο αργότερα.

Επειδή κήρυττα με ζήλο, με απέλυσαν από την εργασία μου. Πήρα, λοιπόν, και εγώ ένα παλιό ξύλινο καρότσι και έκανα μεταφορές στα Τίρανα. Παρότι είχα ελάχιστες επαφές με τους αδελφούς και καθόλου έντυπα, συνέχισα να κηρύττω.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Λεωνίδας Πόπε, προτού σταλεί σε ιντερνίμ, εξασφάλισε λίγα ελληνικά έντυπα που είχαν περάσει λαθραία στην Αλβανία. Ενώ εκείνος τα μετέφραζε δυνατά, εγώ έγραφα ό,τι έλεγε σε ένα τετράδιο. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τις οδηγίες του, έκανα αντίγραφα και τα έστειλα σε μερικούς αδελφούς στην Αυλώνα, στο Μπεράτι και στο Φιέρι.

Τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα. Είμαι ενθουσιασμένος βλέποντας τα άφθονα έντυπα που μας έχει δώσει ο Ιεχωβά. Από το 1992 μέχρι σήμερα, έχουμε διανείμει 17 εκατομμύρια και πλέον περιοδικά στην αλβανική! Τα καινούρια έντυπα μεταφράζονται στην αλβανική, και έχουμε ολόκληρη τη Μετάφραση Νέου Κόσμου στη γλώσσα μας! Όταν σκέφτομαι τα χρόνια που δεν είχαμε έντυπα, δακρύζω από χαρά. Το γεγονός ότι είχαμε τόσο λίγα για τόσο μεγάλο διάστημα μας έχει κάνει πολύ ευγνώμονες!

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 163, 164]

Βρήκα Πραγματική Εργασία στον Τόπο Μου

ΑΡΝΤΙΑΝ ΤΟΥΤΡΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1969

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1992

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γνώρισε την αλήθεια στην Ιταλία και κατόπιν επέστρεψε στην Αλβανία. Είναι μέλος της Επιτροπής Τμήματος της Αλβανίας.

◼ ΤΟ 1991, στα 21 μου, εγκατέλειψα την Αλβανία μαζί με χιλιάδες πρόσφυγες. Είχαμε καταλάβει ένα πλοίο με προορισμό την Ιταλία. Η Αλβανία ήταν πάμφτωχη, γι’ αυτό και ήμουν ενθουσιασμένος που είχα καταφέρει να αποδράσω. Νόμιζα ότι ζούσα ένα όνειρο.

Ύστερα από δύο μέρες, στο Μπρίντιζι της Ιταλίας, βγήκα κρυφά από το στρατόπεδο προσφύγων για να ψάξω δουλειά. Κάποιος μου έδωσε ένα φωτοτυπημένο σύντομο Βιβλικό άγγελμα στην αλβανική και με προσκάλεσε σε μια συνάθροιση εκείνο το απόγευμα. Αμέσως σκέφτηκα: “Τι έχω να χάσω; Ίσως κάποιος μου δώσει δουλειά!”

Ποτέ δεν περίμενα να με δεχτούν τόσο φιλικά. Μετά τη συνάθροιση στην Αίθουσα Βασιλείας, με πλησίασαν όλοι, και ήταν θερμοί και εγκάρδιοι μαζί μου. Μια οικογένεια με κάλεσε για φαγητό. Με πόση καλοσύνη και αξιοπρέπεια φέρθηκαν σε εμένα​—έναν ρακένδυτο, παράνομο Αλβανό πρόσφυγα!

Στην επόμενη συνάθροιση, ο Βίτο Μαστρορόζα μού πρότεινε να κάνω Γραφική μελέτη. Εγώ δέχτηκα, και γρήγορα κατάλαβα ότι αυτή είναι η αλήθεια. Τον Αύγουστο του 1992, βαφτίστηκα στην Ιταλία.

Τελικά απέκτησα άδεια παραμονής. Είχα βρει καλή εργασία και έστελνα χρήματα στην οικογένειά μου στην Αλβανία. Εντούτοις, άρχισα να σκέφτομαι: “Τώρα που το έργο είναι ελεύθερο στην Αλβανία, υπάρχει μεγάλη ανάγκη. Μήπως πρέπει να επιστρέψω και να υπηρετήσω εκεί; Αλλά πώς θα αντιδράσει η οικογένειά μου; Χρειάζονται τα χρήματα που τους στέλνω. Τι θα πει ο κόσμος;”

Τότε δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από το γραφείο στα Τίρανα. Με ρώτησαν αν θα ήθελα να πάω εκεί και να διδάξω την αλβανική σε μια ομάδα Ιταλών ειδικών σκαπανέων που θα μετακόμιζαν στην Αλβανία το Νοέμβριο. Το παράδειγμά τους με έκανε να σκεφτώ τα πράγματα πιο σοβαρά. Αυτοί οι άνθρωποι μετέβαιναν στον τομέα από τον οποίο εγώ είχα φύγει. Δεν μιλούσαν τη γλώσσα και, παρ’ όλα αυτά, πήγαιναν εκεί μετά χαράς. Εμένα η γλώσσα μου και η κουλτούρα μου ήταν αλβανική. Τι γύρευα, λοιπόν, στην Ιταλία;

Πήρα την απόφαση και ανέβηκα στο πλοίο με αυτούς τους ειδικούς σκαπανείς. Άρχισα αμέσως να υπηρετώ στο μικρό Μπέθελ. Το πρωί δίδασκα την αλβανική και το απόγευμα εργαζόμουν ως μεταφραστής. Αρχικά, η οικογένειά μου δεν χάρηκε καθόλου. Αλλά, όταν κατάλαβαν γιατί είχα επιστρέψει στην Αλβανία, άρχισαν να δίνουν προσοχή στα καλά νέα. Σύντομα, οι γονείς μου, δύο αδελφές μου και ένας αδελφός μου βαφτίστηκαν.

Μήπως μετανιώνω που εγκατέλειψα εργασία και χρήματα στην Ιταλία; Ούτε κατά διάνοια! Βρήκα πραγματική εργασία στην Αλβανία. Κατά την άποψή μου, η εργασία που έχει πραγματική σημασία και φέρνει μόνιμη χαρά είναι το να υπηρετεί κάποιος τον Ιεχωβά με όλα όσα έχει!

[Εικόνα]

Ο Αρντιάν με τη σύζυγό του, τη Νοάντια

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 173, 174]

Τέλος στις Μυστικές Συναθροίσεις

ΑΝΤΡΙΑΝΑ ΜΑΧΜΟΥΤΑΪ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1971

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1993

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Προσκλήθηκε σε μια μυστική συνάθροιση, και κατόπιν τα πράγματα άλλαξαν ριζικά. Τώρα υπηρετεί ως ειδική σκαπάνισσα.

◼ ΟΤΑΝ πέθανε ο ξάδελφός μου, το 1991, άκουσα μια γυναίκα ονόματι Μπαρίε να ενθαρρύνει τη θεία μου με Γραφικές σκέψεις. Αμέσως της έκανα ερωτήσεις και εκείνη μου πρότεινε να συναντηθώ με μια φίλη της, τη Ραϊμόντα, στη δουλειά της. Η οικογένεια της Ραϊμόντα συναθροιζόταν στην «τάξη». Η Ραϊμόντα μού είπε ότι θα έπρεπε να κάνω κάποιες Γραφικές συζητήσεις για λίγο καιρό, επειδή οι καινούριοι δεν γίνονταν αμέσως δεκτοί στην τάξη. Μου άρεσαν πολύ αυτά που μάθαινα, και σύντομα μου επέτρεψαν να αρχίσω να παρευρίσκομαι και εγώ.

Η τάξη εκείνη αποτελούνταν από αβάφτιστα άτομα που στο παρελθόν είχαν ξεκινήσει να συναθροίζονται με τον Σωτήρη Παπά και τον Σούλο Χασάνι. Πριν από χρόνια, η Σιγκουρίμι είχε εισχωρήσει στις τάξεις και είχε καταδώσει τους αδελφούς στην αστυνομία. Γι’ αυτό, όλοι ήταν επιφυλακτικοί και πρόσεχαν ποιους προσκαλούσαν στις συναθροίσεις!

Στην πρώτη μου συνάθροιση, έμαθα ότι έπρεπε να φτιάξουμε έναν κατάλογο με όλους μας τους φίλους και να τους μιλήσουμε για αυτά που μαθαίναμε. Αμέσως μίλησα στην Ίλμα Τάνι. Σύντομα της επέτρεψαν να έρθει στην τάξη. Η μικρή μας τάξη των 15 ατόμων αυξήθηκε γοργά.

Τον Απρίλιο του 1992, ο Μάικλ και η Λίντα Ντιγκριγκόριο ήρθαν στο Μπεράτι. Μας ειπώθηκε να απευθύνουμε ανοιχτή πρόσκληση για την ομιλία του Μάικλ. Ως αποτέλεσμα, παρευρέθηκαν 54 άτομα. Κανένας μας δεν ήταν βαφτισμένος. Στο τέλος εκείνης της συνάθροισης, κατακλύσαμε επί ώρες το ζεύγος Ντιγκριγκόριο με ερωτήσεις. Τελικά μάθαμε πώς έπρεπε να λειτουργεί ο όμιλός μας.

Σύντομα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έλαβαν νομική αναγνώριση. Η Ίλμα και εγώ, μαζί με δύο αδελφούς, πήγαμε στα Τίρανα για να μάθουμε πώς να κηρύττουμε από πόρτα σε πόρτα. Μας ζήτησαν να δείξουμε και στους άλλους στο Μπεράτι αυτά που μάθαμε. Κάναμε το καλύτερο που μπορούσαμε. Το Μάρτιο του 1993, όταν διορίστηκαν τέσσερις Ιταλοί ειδικοί σκαπανείς στο Μπεράτι, η εκκλησία σημείωσε μεγάλη πρόοδο, και κάθε εβδομάδα διεξάγονταν δύο συναθροίσεις ανοιχτές στο κοινό.

Εκείνον το Μάρτιο, η Ίλμα και εγώ βαφτιστήκαμε στην πρώτη ημέρα ειδικής συνέλευσης που διεξάχθηκε στα Τίρανα. Την παρακολούθησαν 585 άτομα. Γίναμε τακτικές σκαπάνισσες και σύντομα μας πρότειναν να υπηρετήσουμε ως οι πρώτες ντόπιες ειδικές σκαπάνισσες. Τίποτα δεν ήταν μυστικό πια. Διοριστήκαμε στην Κορυτσά.

Η Ίλμα αργότερα παντρεύτηκε τον Αρμπέν Λουμπόνια, ο οποίος κήρυττε μόνος του στην Κορυτσά επί μερικούς μήνες προτού πάμε εμείς εκεί. Τελικά, διορίστηκαν στο έργο περιοχής και τώρα υπηρετούν στο Μπέθελ. Πόσο χαίρομαι που προσκάλεσα την Ίλμα σε εκείνη την τάξη!

Πρόσφατα, ενώ παρακολουθούσα μια συνέλευση περιφερείας με 5.500 και πλέον παρόντες, θυμήθηκα τη μυστική μας τάξη. Τι αλλαγές έχει επιτελέσει ο Ιεχωβά! Οι συναθροίσεις και οι συνελεύσεις είναι τώρα εντελώς ανοιχτές σε όλους. Παρότι εκατοντάδες αδελφοί έχουν εγκαταλείψει το Μπεράτι εξαιτίας της κακής οικονομικής κατάστασης, η μικρή μας τάξη έχει μετατραπεί τώρα σε πέντε ακμάζουσες εκκλησίες!

[Εικόνα]

Ίλμα (Τάνι) και Αρμπέν Λουμπόνια

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 183]

«Εντάξει, Πάμε!»

ΑΛΤΙΝ ΧΟΤΖΑ ΚΑΙ ΑΝΤΡΙΑΝ ΣΚΕΜΠΙ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ 1973

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΑΝ 1993

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Άφησαν το πανεπιστήμιο για να κάνουν σκαπανικό, και τώρα υπηρετούν ως πρεσβύτεροι.

◼ ΣΤΙΣ αρχές του 1993, ήταν φοιτητές στα Τίρανα. Ένας φίλος τούς μιλούσε ώρες ολόκληρες για αυτά που μάθαινε από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ό,τι έλεγε το βάσιζε στη Γραφή. Αργότερα έμαθαν περισσότερα, εφάρμοσαν αυτά που μάθαιναν και βαφτίστηκαν το ίδιο έτος. Εκείνο το καλοκαίρι, πήγαν να κηρύξουν στο Κούτσαβε, όπου δεν υπήρχαν ευαγγελιζόμενοι.

Αφού επέστρεψαν στα Τίρανα, ο Αντριάν είπε στον Άλτιν: «Τι καθόμαστε και κάνουμε στη σχολή; Δεν πάμε στο Κούτσαβε; Πρέπει να γίνει τόσο έργο εκεί!»

Η απάντηση του Άλτιν ήταν: «Εντάξει, πάμε!» Εφτά μήνες μετά το βάφτισμά τους, επέστρεψαν στο Κούτσαβε.

Ο Ιεχωβά ευλόγησε πλούσια τις προσπάθειές τους. Σήμερα, υπάρχουν πάνω από 90 ενεργοί ευαγγελιζόμενοι στο Κούτσαβε. Περίπου 25 Μάρτυρες έχουν φύγει από εκεί για να υπηρετήσουν ως σκαπανείς ή στο Μπέθελ. Ο Αντριάν και ο Άλτιν έκαναν μελέτη με πολλούς από αυτούς.

Όταν σκέφτεται το πανεπιστήμιο, ο Άλτιν λέει χαμογελώντας: «Ο απόστολος Παύλος αποφάσισε να μην επιδιώξει κοσμική σταδιοδρομία, και εγώ, το 1993, πήρα παρόμοια απόφαση. Ποτέ δεν μετάνιωσα που είπα: “Εντάξει, πάμε!”»

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 191, 192]

Αντί για τον Αθεϊσμό Διδάσκει Τώρα την Αλήθεια

ΑΝΑΣΤΑΣ ΡΟΥΒΙΝΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1942

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1997

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Δίδασκε τον αθεϊσμό σε υφισταμένους του στο στρατό πριν μάθει την αλήθεια από τα παιδιά του. Σήμερα υπηρετεί ως πρεσβύτερος και ειδικός σκαπανέας.

◼ ΤΟ 1971, αφού αποφοίτησα από τη στρατιωτική ακαδημία, έγινα διοικητής πολιτικής ταξιαρχίας. Αυτός ο όρος χρησιμοποιούνταν επειδή η κυβέρνηση είχε καταργήσει τους στρατιωτικούς βαθμούς το 1966. Ένα από τα καθήκοντά μου ήταν να διδάσκω εκείνους που βρίσκονταν υπό τις διαταγές μου την ιδεολογία ότι δεν υπάρχει Θεός. Ανέπτυσσα τη φιλοσοφία ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού.

Ήμουν παντρεμένος και είχα τρία παιδιά. Το 1992, ο γιος μου, ο Αρτάν, άρχισε να παρακολουθεί τις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά στα Τίρανα, και σε λίγο πήγαινε μαζί του και η αδελφή του, η Ανίλα. Πίστευα ότι έχαναν το χρόνο τους με ανοησίες, και γι’ αυτό ξεσπούσαν πολλοί καβγάδες στο σπίτι.

Μια μέρα, πήρα από περιέργεια στα χέρια μου μια Σκοπιά. Όλως παραδόξως, αυτά που διάβαζα φαίνονταν λογικά. Ωστόσο, παρότι ο Αρτάν και η Ανίλα συνέχιζαν να με παροτρύνουν να μελετήσω τη Γραφή, εγώ αρνούμουν. Το επιχείρημά μου ήταν ότι δεν μπορείς να μελετάς τη Γραφή αν δεν πιστεύεις στον Θεό. Το 1995, κυκλοφόρησε στην αλβανική το βιβλίο Ζωή​—Πώς Βρέθηκε Εδώ; Από Εξέλιξη ή από Δημιουργία; Ο Αρτάν και η Ανίλα μού έδωσαν ένα αντίτυπο. Δεν χρειάστηκα τίποτα άλλο για να πειστώ. Όντως υπάρχει Θεός! Δεν είχα πλέον καμιά δικαιολογία​—έπρεπε να κάνω μελέτη. Σύντομα άρχισε να μελετάει και η σύζυγός μου, η Λιρίε, και πειστήκαμε και οι δύο ότι αυτή είναι η αλήθεια.

Για να είμαι ειλικρινής, μου πήρε αρκετό χρόνο να προοδεύσω. Ήμουν 53 ετών. Δεν ήταν εύκολο να παραμερίσω τον πολιτικό και στρατιωτικό τρόπο σκέψης μου. Ομολογώ ότι ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά, ήταν εκείνος που με βοήθησε να προχωρήσω.

Δεν ήθελα να γίνω ευαγγελιζόμενος επειδή φοβόμουν ότι θα έπρεπε να κηρύττω στους ίδιους ανθρώπους στους οποίους είχα διδάξει τον αθεϊσμό. Τι θα σκέφτονταν; Μια μέρα που κάναμε μελέτη, ο Βίτο Μαστρορόζα μού διάβασε την αφήγηση για τον Σαύλο από την Ταρσό. Αυτό ήταν! Ο Σαύλος δίωκε τους Χριστιανούς, γνώρισε την αλήθεια και μετά άρχισε να κηρύττει. Συνειδητοποίησα ότι, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, μπορούσα να κάνω το ίδιο.

Μερικές φορές γελάω ακόμη με τον εαυτό μου, καθώς ο Ιεχωβά με βοηθάει να μην είμαι πια τόσο αυστηρός αλλά να είμαι πιο λογικός και να μη φέρομαι σαν στρατιωτικός. Σιγά σιγά τα καταφέρνω.

Δεν μαλώνω πια με τα παιδιά μου για την αλήθεια. Αντιθέτως, τα καμαρώνω. Ο Αρτάν υπηρετεί ως ειδικός σκαπανέας και πρεσβύτερος. Και οι δύο κόρες μου, η Ανίλα και η Ελιόνα, υπηρετούν στο Μπέθελ στα Τίρανα.

Η Λιρίε και εγώ υπηρετούμε ως ειδικοί σκαπανείς. Αισθανόμαστε προνομιούχοι που διδάσκουμε στους ανθρώπους την αλήθεια για τον Μεγαλειώδη Δημιουργό μας και παρατηρούμε τις αλλαγές που κάνουν στη ζωή τους. Πόσο ευχάριστο είναι να προσφέρεις πραγματική ελπίδα βασισμένη στις υποσχέσεις του μόνου ζωντανού και αληθινού Θεού, του Ιεχωβά!

[Εικόνα]

Από αριστερά προς τα δεξιά: ο Αρτάν, η Ανίλα, η Λιρίε, ο Αναστάς, η Ελιόνα και ο σύζυγός της, ο Ρινάλντο Γκάλι

[Πίνακας/​Γράφημα στη σελίδα 176, 177]

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ—Αλβανία

1920-1922 Αλβανοί γνωρίζουν την αλήθεια στις Ηνωμένες Πολιτείες.

1922 Ο Θανάσης Ιδρίζης επιστρέφει στο Αργυρόκαστρο με την αλήθεια.

1925 Τρεις μικρές τάξεις μελέτης της Γραφής λειτουργούν στην Αλβανία.

1928 Το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας» προβάλλεται σε πολλές πόλεις.

1930

1935-1936 Πραγματοποιείται εκτεταμένη εκστρατεία κηρύγματος.

1939 Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τίθενται υπό απαγόρευση.

1940

1940 Εννέα αδελφοί φυλακίζονται λόγω ουδετερότητας.

1946 Αρχίζει η κομμουνιστική διακυβέρνηση.

1950

1960

1960 Μια Επιτροπή Χώρας αρχίζει να επιβλέπει το έργο στην Αλβανία.

1962 Μέλη της επιτροπής στέλνονται σε στρατόπεδα εργασίας.

1967 Η Αλβανία ανακηρύσσεται αθεϊστικό κράτος.

1980

1990

1992 Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά λαβαίνουν νομική αναγνώριση.

1996 Ο Μίλτον Χένσελ παρευρίσκεται στην αφιέρωση του πρώτου Μπέθελ.

1997 Ξεκινάει η τραζίρα.

2000

2005 Τίθεται σε κυκλοφορία ολόκληρη η Μετάφραση Νέου Κόσμου στην αλβανική.

2006 Αφιέρωση του γραφείου τμήματος στο Μέζες, στα Τίρανα.

2010

[Γράφημα]

(Βλέπε έντυπο)

Σύνολο Ευαγγελιζομένων

Σύνολο Σκαπανέων

4.000

3.000

2.000

1.000

1930 1940 1950 1960 1980 1990 2000 2010

[Χάρτες στη σελίδα 133]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟ

ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ

ΠΓΔΜ

ΕΛΛΑΔΑ

Ιωάννινα

Λίμνη Σκούταρι

Λίμνη Οχρίδα

Λίμνη Πρέσπα

ΑΔΡΙΑΤΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

ΑΛΒΑΝΙΑ

ΤΙΡΑΝΑ

Σκόδρα

Κούκες

Μπουρέλι

Μέζες

Δυρράχιο

Καβάγιο

Γκράμσι

Κούτσαβε

Φιέρι

Μπεράτι

Κορυτσά

Αυλώνα

Τεπελένι

Κλεισούρα

Μπαρμάς

Πρεμετή

Αργυρόκαστρο

Άγιοι Σαράντα

[Ολοσέλιδη εικόνα στη σελίδα 126]

[Εικόνα στη σελίδα 128]

Αφού γνώρισε την αλήθεια στη Νέα Αγγλία των ΗΠΑ, ο Θανάσης Ιδρίζης έφερε τα καλά νέα στο Αργυρόκαστρο

[Εικόνα στη σελίδα 129]

Ο Σωκράτης Δούλης δίδαξε στον αδελφό του την αλήθεια

[Εικόνα στη σελίδα 137]

Ο Νικόλας Χρήστου μετέδωσε τα καλά νέα σε Αλβανούς επισήμους

[Εικόνα στη σελίδα 142]

Η δισέλιδη επιστολή που έστειλαν στον Εμβέρ Χότζα οι Αλβανοί αδελφοί της Βοστόνης

[Εικόνα στη σελίδα 145]

Λεωνίδας Πόπε

[Εικόνα στη σελίδα 147]

«Ο Ιεχωβά με δίδαξε να μην υπογράφω ό,τι δεν είπα».​—Σωτήρης Τσέκι

[Εικόνα στη σελίδα 149]

Η Ελένη και ο Γιάννης Μαρκόπουλος προτού εκείνος επιστρέψει στην Αλβανία

[Εικόνα στη σελίδα 154]

Ο Σπύρος Βρούχος υπηρέτησε ως περιοδεύων επίσκοπος

[Εικόνα στη σελίδα 157]

Λόπη Μπλάνι

[Εικόνα στη σελίδα 158]

Παρότι μόνη, η Κούλα Γιδάρη γιόρταζε την Ανάμνηση

[Εικόνα στη σελίδα 167]

Μάικλ και Λίντα Ντιγκριγκόριο

[Εικόνα στη σελίδα 172]

Το Διάταγμα Αρ.100 χορήγησε νομική αναγνώριση στους Μάρτυρες του Ιεχωβά

[Εικόνα στη σελίδα 175]

Συνάθροιση στην πρώτη Αίθουσα Βασιλείας, το 1992, στα Τίρανα

[Εικόνα στη σελίδα 178]

Η Αρετή Πίνα κήρυττε πιστά μόνη της

[Εικόνες στη σελίδα 184]

Μια παλιά έπαυλη μετατράπηκε σε σύγχρονα γραφεία

[Εικόνα στη σελίδα 186]

«Αν μπείτε φυλακή, μην ανησυχείτε».​—Νάσο Ντόρι

[Εικόνες στη σελίδα 194]

Ο Ντέιβιντ Σπλέιν θέτει σε κυκλοφορία ολόκληρη τη «Μετάφραση Νέου Κόσμου» στην αλβανική

[Εικόνα στη σελίδα 197]

Ιεραπόστολοι που υπηρετούν τώρα στην Αλβανία

[Εικόνες στη σελίδα 199]

Το Γραφείο Τμήματος της Αλβανίας

Επιτροπή Τμήματος: Αρτάν Ντούκα, Αρντιάν Τούτρα, Μάικλ Ντιγκριγκόριο, Ντάβιντε Απινιανέζι, Στέφανο Ανατρέλι